Ο Χριστόφορος Ευθυμίου γεννήθηκε στην Αθήνα τον Νοέμβριο του 1968. Είναι απόφοιτος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και διδάκτορας πολιτικής φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Συμμετέχει σε συνέδρια φιλοσοφίας και δημοσιεύει άρθρα σε συναφή περιοδικά, ενώ παράλληλα ασχολείται με την πεζογραφία, έχοντας παρακολουθήσει μαθήματα δημιουργικής γραφής. Το "Όσα δεν έγιναν" είναι το πρώτο του βιβλίο.
Συνομιλήσαμε με τον συγγραφέα Χριστόφορο Ευθυμίου, με αφορμή την έκδοση της νουβέλας του από τις εκδόσεις Βακχικόν.
Τι είναι εκείνο που σας ωθεί να γράφετε;
Χ.Ε.: Μια ανάγκη αναψηλάφησης των φόβων και των επιθυμιών μου. Με τη γραφή ανακαλύπτω μέσα από έναν νέο δρόμο τους άλλους και τον εαυτό μου. Πρόκειται για μια απόπειρα να αποκαταστήσω την αρτιμέλεια ενός χαοτικού σώματος.
Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι για εσάς να καταφέρετε να εκφράσετε τη σκέψη σας πάνω στο χαρτί;
Χ.Ε.: Είναι και τα δύο. Η αρχική γραφή βγαίνει αβίαστα, αρκεί να εξασφαλίσω ακόμα κι ένα τέταρτο συγκέντρωσης. Μέρα με τη μέρα το κείμενο αποκτά μορφή, ύφος, θεματικό πυρήνα. Αρχίζει να προδιαγράφεται το τελικό του μέγεθος. Μόλις όμως ξανακοιτάζω αυτά που έγραψα, αρχίζουν οι αμφιβολίες. Μερικές στιγμές θυμώνω με τον εαυτό μου. Σβήνω, ξαναγράφω. Κυρίως διαγράφω. Διαβάζω και διορθώνω το κείμενο αμέτρητες φορές. Αυτή η διαδικασία μπορεί να κρατήσει δύο, τρία ή και περισσότερα χρόνια. Στο τέλος η αρχική ιδέα, αυτό που λέμε και αρχική σκέψη ή κίνητρο, πριν αρχίσει η συγγραφή του κειμένου, έχει ξεθωριάσει, δεν διακρίνεται ούτε κι από εμένα. Η μόνη σκέψη που ούτε εκφράζεται ούτε αποτυπώνεται αλλά δια-τυπώνεται είναι αυτή που γεννιέται και ολοκληρώνεται μέσα στη γραφή. Και τότε τι προϋπάρχει του κειμένου; Απλά μια γενική ψυχική και νοητική διάθεση ή με άλλα λόγια εγώ ο ίδιος σε μια ορισμένη χρονική περίοδο.
Χ.Ε.: Λογοτεχνικές επιρροές υπάρχουν τόσο σε συνειδητό όσο και σε ασύνειδο επίπεδο. Τις δεύτερες τις ανακαλύπτω ως αναγνώστης του κειμένου μου. Οι πρώτες εισάγονται στο γραπτό υπό την επήρεια ενός αισθήματος ζύμωσης με το έργο ενός αγαπημένου συγγραφέα. Πολλούς μπορώ να σκεφτώ, Κάφκα, Σαραμάγκου, Κις, Λισπέκτορ, Έρπενμπεκ, Βαλτινό, Κουμανταρέα, Φάις, Πίντερ, Καραπάνου, Μάτεσι.
Ποια θεματολογία κρατεί τον κυρίαρχο ρόλο στα έργα σας;
Χ.Ε.: Ο μέσος άνθρωπος καθώς εργάζεται, πειθαρχεί, προσαρμόζει τη σκέψη και τη βούλησή του μέσα σε γραφειοκρατικούς μηχανισμούς. Η εξουσία σε όλες τις εκδοχές της αλλά κυρίως η αθέατη μορφή εξουσίας που σε κάνει συνένοχο αλλά παραδόξως μερικές φορές και δημιουργικό. Η δυσχέρεια της συντροφικότητας, το αμφίθυμο της επιθυμίας, η εξερεύνηση της σωματικότητας, αυτό που βρίσκεται πέρα από τη γλώσσα ως μελέτη θανάτου.
Πείτε μας λίγα λόγια για το βιβλίο σας.
Χ.Ε.: Το «Όσα δεν έγιναν» μιλά για τη γενιά μου, τους σημερινούς πενηντάρηδες, για τις διαδοχικές ματαιώσεις σε πολιτικό, οικονομικό και προσωπικό επίπεδο, για την αδυναμία ελέγχου πάνω στη ζωή και στο μέλλον. Η αφήγηση παλινδρομεί από κεφάλαιο σε κεφάλαιο μεταξύ της δεκαετίας του '80 και της δεκαετίας του 2010, δηλαδή από την εποχή της κατάρρευσης του τελευταίου συλλογικού οράματος στην εποχή της ματαίωσης και των όποιων ψευδαισθήσεων για ατομική λύση. Ο ήρωας έχει αποσυρθεί σε έναν βίο ιδιώτευσης, κάνει μια δουλειά που απεχθάνεται, αντιμετωπίζει μια κατάσταση αποξένωσης στον γάμο του και επινοεί ως διέξοδο την παράλληλη σχέση με μια κάπως νεότερη γυναίκα. Κι εκεί όμως, συναντά νέες προκλήσεις που του υπενθυμίζουν πόσο ευάλωτος είναι κοινωνικά και επαγγελματικά. Η αφήγηση γίνεται σε τρίτο πρόσωπο, το οποίο στην πραγματικότητα είναι ο πλαγιασμένος, αποπροσωποποιημένος λόγος του ίδιου του πρωταγωνιστή. Στη ροή της αφήγησης η πραγματικότητα συγχέεται με τη φαντασίωση, το ρεαλιστικό με το δυνητικό, η παρόρμηση με την αναστολή της. Τελικά αυτά που δεν συνέβησαν εγγράφονται στο ιστορικό παρόν όχι μόνο ως χαμένες ευκαιρίες αλλά, μερικές φορές, και ως επικίνδυνες επιλογές που τελικά δεν αποφασίστηκαν.
Συγγραφέας γεννιέσαι ή γίνεσαι;
Χ.Ε.: Πρόκειται για μια σύνθετη πολυπαραγοντική κατάσταση. Η εμπειρία δείχνει ότι όλοι οι άνθρωποι στη διάρκεια της εσωτερικής καθώς και της κοινωνικής τους ζωής αφηγούνται ιστορίες κάθε είδους. Αυτό γίνεται αυθόρμητα. Όσα ψιθυρίζουμε στον εαυτό μας δεν είναι τίποτε άλλο παρά ιστορίες. Σε κάποιους η διαρκής εσωστρεφής ή εξωτερικευμένη ομιλία παίρνει γραπτή μορφή και σε ορισμένες περιπτώσεις αυτή η γραπτή κατάθεση φαίνεται ότι ενδιαφέρει τους άλλους. Ο αναγνώστης από την πλευρά του όταν διαβάζει, ανασυγκροτεί με τον δικό του τρόπο το κείμενο, το εγγράφει εκ νέου στον δικό του εσωτερικό λόγο. Επομένως, όλοι γεννιόμαστε συγγραφείς αλλά κάποιοι είτε λόγω ιδιαίτερης προσωπικής ανάγκης είτε λόγω ειδικών βιωμάτων και ψυχικής προδιάθεσης προχωράμε στη γραπτή αποτύπωση της προσωπικής μας ροής αφηγήσεων με περισσότερο ή λιγότερο συστηματικό, επιτυχημένο ή σε τελική ανάλυση αποδεκτό τρόπο.
Αν μπορούσατε να αλλάξετε κάτι στον τομέα της λογοτεχνίαςτι θα ήταν αυτό;
Χ.Ε.: Το είδος της λογοτεχνικής παραγωγής σε μια κοινότητα σχετίζεται με τα ευρύτερα μορφωτικά, πολιτικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά αυτής της κοινότητας. Δεν νομίζω ότι μπορεί να αλλάξει κάτι ουσιώδες στον χώρο της γραφής χωρίς να αλλάξει πρώτα το περιβάλλον στο οποίο αυτή αναπτύσσεται. Σε κάθε περίπτωση θα ήθελα η λογοτεχνική παραγωγή στην Ελλάδα να γινόταν πιο εξωστρεφής, να μεταφραζόταν περισσότερο στο εξωτερικό να διαβαζόταν από περισσότερους στη χώρα της και κυρίως να μπορούσε να επηρεάσει ως πρωτοπορία τις λογοτεχνικές εξελίξεις διεθνώς. Σαφώς δεν συμφωνώ ούτε με τον ακραίο ελιτισμό ούτε με την ευκολόπεπτη παραλογοτεχνία. Από την άλλη πλευρά, κάθε δημιουργός ή και ομάδα καλλιτεχνών έχει το δικαίωμα να εκδίδει και να εκθέτει στο κοινό και στους κριτικούς αυτό που θεωρεί πρωτοποριακό, πρωτότυπο ή ακόμα και εμπορικό.
Έχετε επόμενα συγγραφικά σχέδια;
Χ.Ε.: Έχω ήδη ολοκληρώσει μια νέα νουβέλα μετά το «Όσα δεν έγιναν» την οποία επιμελούμαι εδώ και αρκετό καιρό. Επίσης, υπάρχουν κάποια από τα παλιότερα διηγήματα ή και αδημοσίευτες νουβέλες που υπό προϋποθέσεις θα ήθελα να εκδόσω. Επιπλέον, προσφάτως ξεκίνησα ένα καινούριο κείμενο το οποίο δεν γνωρίζω ακόμα αν θα έχει το μέγεθος της νουβέλας ή του μυθιστορήματος. Όλα τα παραπάνω κινούνται στον χώρο του νουάρ, του ερωτικού ανικανοποίητου, του υπαρξιακού θρίλερ και της πολιτικής δυστοπίας.
(©Λιάνα Τζιμογιάννη, Γιάννης Παπαδόπουλος για τα Βιβλιοσημεία)