Βιβλιοάποψη: "Αντόλφ"

---Δημοσίευση: 13/11/2020---
Περίληψη οπισθόφυλλου:
Είναι τρομαχτική δυστυχία να μη σ’ αγαπούν όταν αγαπάς, αλλά είναι ακόμη μεγαλύτερη όταν σ’ αγαπούν με πάθος κι εσύ έχεις πάψει να αγαπάς.

Ο Αντόλφ (1806) του Μπενζαμέν Κονστάν αποτελεί ένα ιδιαιτέρως μοντέρνο μυθιστόρημα που αναλύει χειρουργικά την τραγική συνθήκη της αδυναμίας να αγαπήσεις, αλλά και της ανικανότητας να είσαι ειλικρινής και να το ομολογήσεις θαρρετά στον άλλον. Ο πρωταγωνιστής του, τυπικός ρομαντικός ήρωας, δεν ζει με πάθος μια ερωτική ιστορία -αντιθέτως, προσπαθεί να απεγκλωβιστεί από τη σχέση του με την όμορφη Ελενόρ.

Όταν ο Αντόλφ, μοναχικός και επιπόλαιος, χωρίς στόχους και σχέδια για τη ζωή, αποφασίζει να κατακτήσει την κατά δέκα χρόνια μεγαλύτερή του Ελενόρ, που είναι ήδη δεσμευμένη και μητέρα δύο παιδιών, το κάνει ως πρόκληση προς τον εαυτό του, προσπαθώντας να ζήσει ένα συναίσθημα που «μοιάζει με έρωτα». Η εύθραυστη και αφοσιωμένη Ελενόρ συνδέεται όντως μαζί του, εγκαταλείποντας την προηγούμενη ασφαλή ζωή της, με κυρίαρχο αίσθημα τον παντοτινό έρωτά της για κείνον. Η αγάπη της δεσμεύει όλο και περισσότερο τον Αντόλφ, που νιώθει να πνίγεται κι επιθυμεί να ελευθερωθεί από τα δεσμά της σχέσης. Απόμακρος και αδρανής, όμως, δεν βρίσκει τη δύναμη να της το ομολογήσει...


Η άποψή μου:
(γράφει η Μαριάννα Φλέσσα)
Μία από τις πιο απροσδόκητα γοητευτικές νουβέλες γράφεται στις αρχές του 19ου αιώνα, στην προ-ρομαντική εποχή, από τον Γαλλοελβετό συγγραφέα και πολιτικό στοχαστή Μπενζαμέν Κονστάν (1767-1830). Το «Αντόλφ» είναι πρωτότυπο και φρέσκο ακόμα και για τη σημερινή εποχή, ενώ ταυτόχρονα το συνοδεύει μια ολόκληρη δική του παραφιλολογία για τους λόγους που γράφτηκε και την ταυτότητα των ηρώων του. Κυκλοφόρησε το 1816 και διεκδικεί πολλές λογοτεχνικές πρωτιές όπως και την τιμή να θεωρείται ένα από τα έργα της γαλλικής συγγραφικής παραγωγής της νεοτερικότητας που επηρέασαν σημαντικά τους Ρώσους μεγάλους της λογοτεχνίας: Ντοστογιέφσκι, Τολστόι, Τουργκένιεφ, Λέρμοντοφ.

Ο Αντόλφ είναι γόνος μιας πλούσιας οικογένειας. Φαίνεται πολυτάλαντος και ιδιαίτερα ευφυής αλλά στην ουσία είναι επιπόλαιος, αδύναμος, δειλός, φιλύποπτος εξαιτίας του μοναχικού και χωρίς θαλπωρή οικογενειακού περιβάλλοντος που μεγάλωσε. Κατέχει μια αξιοζήλευτη κοινωνική θέση, μοιάζει να είναι αγαπητός από τους φίλους του αλλά είναι εσωστρεφής. Το μέλλον του παρόλα αυτά προοιωνίζεται λαμπρό με μία επιτυχημένη καριέρα και μια ζωή πλούσια στους κόλπους της ανώτερης κοινωνικής τάξης που ανήκει. Τελειώνοντας τις σπουδές του και κατά την επιστροφή του στην πατρίδα του, γίνεται δεκτός στην αυλή ενός Γερμανού Πρίγκιπα. Εκεί, γνωρίζει την Ελενόρ, ερωμένη ενός Δούκα και μητέρα δύο παιδιών, αρκετά μεγαλύτερή του, την οποία εν είδει πειράματος, αποφασίζει να σαγηνεύσει και να κάνει δική του. Και τα καταφέρνει. Η Ελενόρ υποκύπτει στο φλερτ του και του δίνεται με πάθος. Τον ερωτεύεται και τότε συμβαίνει το μη αναμενόμενο. Το πάθος του Αντόλφ για αυτή καταλαγιάζει. Δεν τον ενδιαφέρει. Απεγνωσμένα προσπαθεί να αναζωπυρώσει τα συναισθήματά του απέναντί της, αλλά δεν τα καταφέρνει. Το χειρότερο όλων είναι ότι η δειλία του τον εμποδίζει να της μιλήσει ειλικρινά. Θέλει να την εγκαταλείψει αλλά δεν βρίσκει το κουράγιο να της το πει και τη θέση του δυσχεραίνει όλο και περισσότερο η προσκόλληση της Ελενόρ πάνω του. Τον φροντίζει, τον περιθάλπει, τον υποχρεώνει με τις πράξεις της κι αυτός δειλιάζει ακόμα περισσότερο να πει ότι δεν την αγαπά πια. Τον ακολουθεί όταν προσπαθεί να δραπετεύσει και να επιστρέψει στην πατρίδα του, θυσιάζει ακόμα και το τελευταίο ίχνος της αξιοπρέπειάς της για να τον έχει δικό της και ο Αντόλφ επιστρέφει ακόμα πιο αδύναμος στο πλευρό της.

Από την πρώτη στιγμή που εκδόθηκε, το 1816, η νουβέλα του Κονστάν ξεσήκωσε θύελλα σχολίων. Κάθε μία από τις εκδόσεις της συνοδεύεται από μία κριτική όπου το κύριο ερώτημα είναι το κατά πόσο ο συγγραφέας αυτοβιογραφείται. Ο βίος του Κονστάν ήταν πολυτάραχος και βρίθει από ερωτικά σκάνδαλα τα οποία συχνά-πυκνά έγιναν αντικείμενο κουτσομπολιού στα παρισινά σαλόνια. Η αστάθεια των σχέσεων του πολιτικού διανοητή και η πρωτοπρόσωπη αφήγηση του κειμένου δημιούργησαν μια ολόκληρη σχολή κριτικών που εικάζουν κι ερίζουν για το ποια είναι η Ελενόρ με αποτέλεσμα το κείμενο να μην λάβει την εκτίμηση που του αξίζει. Οι βιογραφιστές ισχυρίζονται ότι ο χαρακτήρας του Αντόλφ είναι ο ίδιος ο Κονστάν. Δηλώνουν ότι υπάρχουν σημαντικά στοιχεία στο έργο που συμπίπτουν με τη ζωή και τις ερωτικές περιπέτειες του διανοητή. Η μόνη διαφωνία τους είναι για την ταυτότητα της κυρίας που στο κείμενο είναι η Ελενόρ.

Πέρασαν πολλά χρόνια, πάνω από εκατό, μέχρι να εκδοθούν τα προσωπικά ημερολόγια του συγγραφέα όπου ρητά αναφέρεται ότι η αφετηρία της συγγραφής της νουβέλας ήταν οι προσωπικές του εμπειρίες και η επιθυμία του να τις εξιστορήσει. Παρατηρεί όμως ότι το κείμενο ήταν λιγότερο ζωντανό και μεταδοτικό από όσο θα επιθυμούσε και ήταν αναμενόμενο. Έτσι, το ξαναγράφει επιχειρώντας την αποταύτισή του από τον ήρωα-αφηγητή και προσπαθεί να κεντρίσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη αλλάζοντας πολύ την ιστορία και προσθέτοντας πολλά φανταστικά στοιχεία.

Η αφήγηση της νουβέλας είναι πρωτοπρόσωπη με το κείμενο να εναλλάσσει τους παρελθοντικούς χρόνους που αφορούν την ιστορία της σχέσης με τον ενεστώτα που χρησιμοποιείται για δύο λόγους. Πρώτον, για να εκφραστούν τα συναισθήματα του Αντόλφ και οι προβληματισμοί του που αφορούν τη σχέση του με την Ελενόρ. Δεύτερον, για τη χρήση του γνωμικού λόγου, τη χρήση δηλαδή αποφθεγμάτων που είναι πολύ κοινό στοιχείο των κειμένων της εποχής. Η νουβέλα περιέχει εκτεταμένη επιστολογραφία που χρησιμοποιείται για να γίνει η αφήγηση ακόμα πιο άμεση και ζωντανή και με σκοπό να διατυπωθούν με ντελικάτο και κομψό τρόπο σκέψεις των πρωταγωνιστών και των δευτεραγωνιστών. Παρόλα αυτά το έργο δεν είναι επιστολικό.

Όπως είπα και παραπάνω, η νουβέλα βρίσκεται στο μεταίχμιο της κλασικιστικής και της ρομαντικής λογοτεχνίας συνδυάζοντας στοιχεία και από τα δύο ρεύματα. Η ψυχολογική προσέγγιση του θέματος υπερτερεί των περιγραφών. Στην ουσία οι περιγραφές που θα μπορούσαν να τοποθετήσουν το έργο χρονικά και τοπικά είναι ελάχιστες. Η μετάβαση από το ένα λογοτεχνικό ρεύμα στο άλλο, του δίνει μια μοντέρνα πνοή και η εμβάθυνση στα συναισθήματα του Αντόλφ σε συνδυασμό με την αμεσότητα της πρωτοπρόσωπης αφήγησης και των αξιολογικών παρατηρήσεων το φέρνει μέχρι το κατώφλι του εικοστού αιώνα.

Το «Αντόλφ» είναι ένα σύντομο κείμενο, μόλις 130 σελίδων σε εξαιρετική μετάφραση της κας Μαρίας Σπυριδοπούλου. Συνοδεύεται από ένα επίμετρο 40 σελίδων γραμμένο σε δοκιμιακή μορφή από την μεταφράστρια, όπου επεξηγείται αναλυτικά και με λογοτεχνικούς όρους η ιστορία του κειμένου, η αξία και η θέση του στο παγκόσμιο λογοτεχνικό στερέωμα.

Προσωπικά μου άρεσε για τα βαθιά συναισθήματα που γέννησε μέσα μου. Ο Αντόλφ άλλες φορές προκάλεσε τον οίκτο μου και άλλες φορές το θυμό μου. Διαφέρει πολύ από τα μυθιστορήματα ενηλικίωσης που μερικές δεκαετίες αργότερα θα γίνουν δημοφιλή. Η περιπέτειά του δεν τον ωριμάζει με αναμενόμενο τρόπο και αυτό από μόνο του είναι μια ανατροπή του λογοτεχνικού στερεότυπου προκαλώντας το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Η συμπεριφορά του με προβλημάτισε και πολλές φορές η αμεσότητα της αφήγησης με οδήγησε στο να ταυτιστώ με τον ήρωα. Η ψυχολογική ανάλυση των ηρώων και των πράξεών τους είναι μια πρωτοτυπία για κείμενο της εποχής του που το κάνει αξιοπρόσεκτο και ιδιαίτερα απολαυστικό χωρίς τις βαρύγδουπες μεγαλοστομίες της ρομαντικής περιόδου.


Στοιχεία βιβλίου:
Ιστοσελίδα: Πατήστε εδώ
Σειρά: Οι κλασικοί
Συγγραφέας: Constant B.
Μετάφραση - επίμετρο: Μαρία Σπυριδοπούλου
Σελίδες: 192
Ημερ. έκδοσης: 2016
ISBN: 978-960-6624-73-5
Μοιράσου το άρθρο: :
 
Copyright © 2017-2024. ΒΙΒΛΙΟΣΗΜΕΙΑ - All Rights Reserved
Created by Vivliosimeia | Published by Vivliosimeia |
Proudly powered by Vivliosimeia.blogspot.gr