Βιβλιοάποψη: "Αντί για passatempo..."

---Δημοσίευση: 28/10/2020---
Περίληψη οπισθόφυλλου:
Ας μη γελιόμαστε. Οι «συγγραφείς» δεν διεκδικούν τον τίτλο του λογοτέχνη. Δεν κάνουν λογοτεχνία. Τα περισσότερα από τα κείμενα του βιβλίου στην πραγματικότητα αποτελούν επιστολές που αντάλλασσαν μεταξύ τους στην πορεία του χρόνου για προσωπική τους τέρψη, ίσως και προς τέρψη κάποιων καλών τους φίλων. Αποτελούν προσωπικές τους εμπειρίες εμπλουτισμένες με δόκιμες επινοήσεις για να προσδώσουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον και να πετύχουν τον στόχο τους: να περιγράψουν χαρακτήρες και συμπεριφορές και να κριτικάρουν στιγμές του ιδιωτικού και δημόσιου βίου στα χρόνια από το ’50 και μέχρι την πρόσφατη μεγάλη κρίση. Τα περισσότερα ονόματα είναι φανταστικά, μα οι χαρακτήρες πραγματικοί, ζουν ανάμεσά μας και, μερικές φορές, μας κάνουν περήφανους. Συνήθως, όμως, μας πετάνε στα τάρταρα της ντροπής. Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για φιγούρες γνήσια ελληνικές, που χαρακτηρίζουν απόλυτα τη φυλή μας, τις αδυναμίες της αλλά και τη δύναμή της. Οι λόγοι της έκδοσης ήταν δύο: Ο πρώτος, να μαζευτεί ένα ποσό -μικρό ή μεγαλύτερο- προκειμένου να βοηθηθεί η καταπληκτική προσπάθεια που κάνει ο «Ο Φάρος του Κόσμου» και ο πατήρ Αθηναγόρας. Ο δεύτερος, να δώσει την ευκαιρία στον αναγνώστη να περάσει ευχάριστα λίγο χρόνο, όταν δεν έχει τίποτα καλύτερο να κάνει. Αντί για πασατέμπο.


Η άποψή μου:
(γράφει η Χρύσα Παναγοπούλου)
Οι μνήμες πιέζουν. Πόσες φορές σκεφτήκαμε να τις βγάλουμε από μέσα μας; Να απαλλαγούμε από αυτές και ίσως να κάνουμε λίγο χώρο για άλλα σπουδαία πράγματα. Μεταξύ σοβαρού και αστείου, ευτράπελα, καταστάσεις κωμικοτραγικές, κατά την ανάγνωση των οποίων διαφαίνεται μια νοσταλγία για τα χρόνια της αθωότητας. Οι δύο συγγραφείς -που δεν διεκδικούν κανένα ρόλο στο πάνθεον των συγγραφέων, ούτε καν τους απασχολεί το αν θα αποκαλούνται έτσι- μοιράζονται μαζί μας διασκεδαστικές ιστορίες για να περάσουμε την ώρα μας ευχάριστα αλλά κάποιοι από εμάς να προβληματιστούμε και να αναρωτηθούμε, γιατί άραγε είμαστε έτσι όπως είμαστε;

Ξεχώρισα τις ιστορίες του στρατού, σε μια δικτατορία που ο Έβρος αποτελούσε δυσμενής μετάθεση (δεν το ήξερα, αλλά τώρα τελευταία το ακούω όλο και πιο συχνά). Στον Έβρο πήγαιναν να υπηρετήσουν και να φυλάνε τα σύνορα άνθρωποι αντιφρονούντες ή πολιτικά στιγματισμένοι. Σαν ένας λεκές από σκουριά που ποτέ δεν φεύγει με το πέρασμα του χρόνου. Τι είδους λογική το υπαγορεύει αυτό δεν είναι του παρόντος να το αναλύσουμε, ωστόσο οι ιστορίες του στρατού είναι τόσο παραστατικά γραμμένες ώστε συμμετέχει κι ο αναγνώστης, σαν να είναι αναπόσπαστο μέρος τους.

Με λόγο απλό και καθημερινό με παρρησία και ευφράδεια διαβάσαμε τα "της γειτονιάς". Κάπου εκεί αρχές της δεκαετίας του ’50 πώς έβλεπαν οι μικροί μας ήρωες τον κόσμο. Τις σκέψεις τους, τα παιχνίδια στις γειτονιές, τις αντίπαλες «συμμορίες»... μια ολόκληρη ζωή, που όμως φαντάζει ξένη και αλλόκοτη σε κάποιον που έχει γεννηθεί από το 1995 και μετά. Εμένα πάντως με έκανε να κοιτάζω νοσταλγικά το παρελθόν. Τα παιδιά πιο αθώα, λιγότερο υποψιασμένα, είχαν τότε τους δικούς τους κώδικες επικοινωνίας και μια ανθρώπινη επαφή που σήμερα δεν υπάρχει πια.

Και οι κομμώτριες έχουν ψυχή... ενίοτε και βύσμα! Από όλα τα αναγνώσματα στον τομέα "εργασία" απόλαυσα το «Η κομμώτρια και ο υπουργός». Με τον ίδιο τρόπο, τον απλό και ξεκάθαρο, σε κάνει να χαμογελάσεις, όχι εις βάρος του νεαρού πρωταγωνιστή που αγωνιά για το μέλλον του, αλλά με την ίδια τη διαπλοκή. Με αυτήν την περίεργη τακτική χρόνων: της γνωριμίας, "ο γνωστός του γνωστού" και πάει λέγοντας... Από σαράντα κύματα πρέπει κάποιος να περάσει, προκειμένου να εξασκήσει το αναφαίρετο δικαίωμά του, αυτό της εργασίας. Ναι, γιατί η εργασία είναι δικαίωμα και είναι δικαίωμα για όλους, όχι μόνο γι'αυτούς που έχουν «γνωστούς», αν με εννοείτε...

Κι ας έρθουμε στο τελευταίο κομμάτι. Μια μακροσκελής επιστολή σε ένα φίλο είναι ο καλύτερος επίλογος. Τι γίνεται με την ιδιοσυγκρασία του Έλληνα; Τι πάει τόσο στραβά με αυτόν το λαό που έδωσε τα φώτα του πολιτισμού; Γιατί δεν μπορούμε να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων; Τι φρενάρει τα όνειρά μας; Το «Γιατί ρε γαμώτο;» είναι το πιο άρτιο και το πιο περιεκτικό κείμενο που έχω διαβάσει σχετικά με τη στάση ζωής μας, τις πεποιθήσεις και την νοοτροπία μας, μέσα από τα μάτια ενός «παλαίμαχου» Έλληνα.

Το βιβλίο δεν είναι μεγάλο σε όγκο. Έτσι, έκανα αυτό ακριβώς που λέει -διάβαζα ένα-δύο διηγήματα τον ελεύθερό μου χρόνο. Το θεωρούσα δε, ένα ευχάριστο διάλειμμα από άλλες αναγνώσεις. Τι μου άφησε τελικά όλο αυτό; Όσο κι αν φαίνεται παράξενο, με γέμισε με μια περίεργη αισιοδοξία. Μέσα σε όλη αυτή την τρέλα των ημερών άρχισα να πιστεύω ότι ίσως υπάρχουν και άνθρωποι που νοιάζονται, ίσως μπορούν ακόμα να ευδοκιμήσουν δυνατές φιλίες, μπορεί να παραδειγματιστούμε από τα κακώς κείμενα, από τα λάθη μας, τα πάθη μας και να προχωρήσουμε μπροστά. Και φυσικά ως άνθρωπος, όχι ως αναγνώστρια δεν παράβλεψα το γεγονός ότι τα έσοδα του βιβλίου θα διατεθούν για φιλανθρωπικό σκοπό.


Στοιχεία βιβλίου:
Ιστοσελίδα: Πατήστε εδώ
Συγγραφείς: Λάκης Αποστολάκης & Τάκης Χρηστάκης
Σελίδες: 152 / Διαστάσεις: 14,5Χ21
Ημερ. έκδοσης: 1 Νοεμβρίου 2019
ISBN: 978-960-9547-77-2


Βιογραφικά των συγγραφέων:
Ο Λάκης (Αποστολάκης) και ο Τάκης (Χρηστάκης) είναι δύο Έλληνες της διπλανής πόρτας. Δεν είναι συγγραφείς. Είναι, μάλλον, αφελείς. Ζουν και εργάζονται (παρά την ηλικία τους) στη Θεσσαλονίκη. Ο πρώτος, είναι επιχειρηματίας ή καλύτερα δήθεν επιχειρηματίας. Ο δεύτερος είναι στέλεχος επιχειρήσεων ή, σωστότερα, δήθεν στέλεχος επιχειρήσεων. Το αστείο είναι ότι κάποτε, στο απώτερο παρελθόν, ο δεύτερος υπήρξε ανώτατο στέλεχος στην επιχείρηση του πρώτου. Μια επαγγελματική συνάντηση ειρωνική ή μάλλον εκρηκτική! Γι’αυτό και δεν κράτησε. Κράτησε, όμως, η φιλία.
Μοιράσου το άρθρο: :
 
Copyright © 2017-2024. ΒΙΒΛΙΟΣΗΜΕΙΑ - All Rights Reserved
Created by Vivliosimeia | Published by Vivliosimeia |
Proudly powered by Vivliosimeia.blogspot.gr