Η Μαρίνα Παπούλα γεννήθηκε το 1994 στον Πειραιά. Τώρα ζει στο Κυπαρίσσι Λακωνίας με την οικογένειά της. Σπούδασε Κλασική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Πατρών. Από το 2016 διδάσκει σε μαθητές Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης καθώς και την ελληνική ως δεύτερη γλώσσα. Από το 2020 ασχολείται με τη συγγραφή. Ποιήματα και διηγήματά της έχουν εκδοθεί σε συλλογικές εκδόσεις μετά από τις διακρίσεις της σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς. Το "Μήτερ ημών" είναι η πρώτη ποιητική συλλογή της.
Συνομιλήσαμε «ποιητικά» με την Μαρίνα Παπούλα, με αφορμή την έκδοση της ποιητικής της συλλογής «Μήτερ ημών» από τις εκδόσεις Βακχικόν.
Πώς αντιμετωπίζετε την ποίηση: ως μια ταυτότητα ή ως μια ετερότητα μέσα στη σύγχρονη ζωή;
Μ.Π.: Από τη μια πλευρά, η ποίηση είναι ταυτότητα. Έχει να κάνει με τον ίδιο μου τον εαυτό. Ποια είμαι, πού πάω, τι νιώθω, γιατί το νιώθω, τι μου συμβαίνει; Από την άλλη, η ποίηση είναι ετερότητα. Δεν έχει δηλαδή να κάνει με εμένα, αλλά με τον έτερο, με τον άλλον. Στο ταξίδι της γραφής συνειδητοποιώ ότι οι σκέψεις μου μπορεί να είναι και σκέψεις άλλων ανθρώπων. Το ίδιο και οι φοβίες, οι ανησυχίες, τα συναισθήματα, οι προβληματισμοί. Ξεκινώντας λοιπόν να γράφω, ξεκινώ με μια ταυτότητα. Στην πορεία όμως γίνεται ετερότητα˙ διότι τελικά θες να απευθυνθείς σε έναν έτερο˙ να του πεις: «Εγώ φοβάμαι αυτό ή ανησυχώ για το άλλο. Εσύ;».
Ο ποιητής είναι μια περσόνα γύρω από τις λέξεις ή λειτουργεί με έναν ενστικτώδη ορμεμφυτισμό;
Μ.Π.: Όταν εγώ ξεκινώ να γράφω, γράφω ορμέμφυτα, παρορμητικά, ορμητικά. Τώρα που βλέπω ολοκληρωμένη την ποιητική μου συλλογή, θα μπορούσα να πω ότι ναι, ίσως πίσω από τις λέξεις τελικά να κρύβεται μια περσόνα. Αλλά το λέω αυτό τώρα που έχω πάρει μια απόσταση από το κάθε ποίημά μου ξεχωριστά.
Μπορεί η τέχνη να κλείσει τις πληγές των ανθρώπων μέσα σε μια ενδότερη υπαρξιακή διαλεκτική;
Μ.Π.: Ναι. Προσωπικά πιστεύω στον θεραπευτικό χαρακτήρα της τέχνης, σε όποια της μορφή. Τα χέρια της τέχνης είναι μαγικά. Ό,τι αγγίζουν το θεραπεύουν, όχι βέβαια εύκολα, γρήγορα και επιφανειακά. Χρειάζεται χρόνος και πνευματικός κόπος από τη μεριά μας, για να επιτευχθεί αυτή η ενδότερη υπαρξιακή διαλεκτική.
Πιστεύετε ότι ακολουθείτε το δρόμο άλλων ποιητών ή ακολουθείτε μια μοναχική πορεία μέσα στη γραφή σας;
Μ.Π.: Σίγουρα επηρεάζομαι από άλλους λογοτέχνες. Αυτό συμβαίνει γιατί διαβάζω. Μέσα στην ψυχή μου και πάνω στο χαρτί μου λοιπόν, υπάρχει ένα κράμα άλλων ποιητών που συνοδοιπορούν με τον εαυτό μου. Δε θα μπορούσε να γίνει αλλιώς.
Ποιές εικόνες κρατάτε μέσα σας από τη ζωή σας; Ποιές εικόνες με άλλα λόγια εφορμούν στη γραφή σας;
Μ.Π.: Εικόνες από τη ζωή μου, την καθημερινότητά μου. Εικόνες από την επικαιρότητα, αλλά και εικόνες από τις μνήμες μου. Συνήθως εικόνες πικρές που χρειάζονται ίαση και τη βρίσκουν μέσα από την ποίηση.
Ποια ερωτήματα καλείται να απαντήσει ο ποιητής διαχρονικά αλλά και στο παρόν που ζούμε;
Μ.Π.: Ο πόλεμος, η φτώχεια, ο θάνατος, η εξέλιξη της τεχνολογίας, η υπερκατανάλωση, η θρησκεία, η ηθική, η αδικία κ.α. νομίζω ότι δημιουργούν τεράστια ερωτηματικά, που ο ποιητής ως πνευματικός άνθρωπος καλείται να απαντήσει.
Ποιο το νόημα της λέξης στην ποίηση; Μια απλή μορφή έκφρασης ή ένα ψυχικό αποτύπωμα;
Μ.Π.: Οι λέξεις έχουν απίστευτη δύναμη. Αν χρησιμοποιηθούν κατάλληλα τρυπώνουν και θρονιάζονται στη ψυχή ανεξίτηλα.
Είναι η ποίηση το καταφύγιο του ανθρώπου;
Μ.Π.: Σίγουρα. Η ποίηση αποτελεί καταφύγιο τόσο για τον ποιητή, όσο και για τον αναγνώστη.
Μπορεί ο κόσμος να ζήσει ποιητικά;
Μ.Π.: Όχι. Αν μπορούσε θα το είχε ήδη κάνει.
(©Λιάνα Τζιμογιάννη, Ιωσήφ Αρνές για τα Βιβλιοσημεία)