Περίληψη οπισθόφυλλου:
Από την Τρίπολη στη Δράμα, κι από τη Λάρισα στη Ρόδο, το επικό οδοιπορικό του Θάνου Αλεξανδρή ζωντανεύει τη νύχτα -μιας άλλης εποχής, που έχει πλέον παρέλθει- και τους πρωταγωνιστές της, την καψούρα και τις υπερβολές της, τις ιεροτελεστίες και τους κινδύνους της... "Αυτή η νύχτα μένει".
Αυτή που σε κρατάει ως τα χαράματα, σε αφήνει ταπί, σε δοκιμάzει με κάθε είδους πειρασμό κι αντιπερισπασμό. Είναι η νύχτα που στενάζει, ονειρεύεται, φαλτσάρει, πλακώνεται, ξοδεύεται στα "μαγαζιά" κάθε επαρχιακής πόλης... Το βιβλίο που έγινε ταινία σε σκηνοθεσία Νίκου Παναγιωτόπουλου, και μεταφέρθηκε στο θέατρο σε σκηνοθεσία Κίρκης Καραλή.
Το οδοιπορικό στα νυχτερινά μαγαζιά της επαρχίας είναι το ωραιότερο κομμάτι της ζωής μου και είναι αυτό που με βοήθησε να ξεφύγω από τη συμβατική ζωή του θεάτρου και να ανακαλύψω το όνειρο. Συνευρέθηκα με ιέρειες της πίστας, της νύχτας, του έρωτα και του πάθους και αφέθηκα να με παρασύρει η γοητεία ενός κόσμου που ξεπηδούσε από σελίδες λογοτεχνίας. Είδα τόσο πάθος στη νύχτα, που νιώθω ευτυχής, γιατί ήμουνα εκεί να το νιώσω και να σας το περιγράψω. Οι ηρωίδες του βιβλίου μου είναι γυναίκες που φωτίστηκαν απρόσμενα στο προσκήνιο και -ω του θαύματος!- ξαφνικά έγιναν αλήθειες όσα ονειρεύτηκαν τόσα χρόνια στα εκτός σχεδίου φτωχικά τους... Πού να φανταζόταν η δυστυχής στο εργοστάσιο που βολόδερνε νυχθημερόν πως θα γινόταν αντικείμενο πόθου στον μισό πληθυσμό της επαρχιακής πόλης; Πού να' ξερε πως θα'φτανε η ώρα που, αντί να περιμένει στην ουρά για το επίδομα ανεργίας, ακριβά οχήματα θα πάρκαραν έξω απ' το ξενοδοχείο και κάθε επιθυμία της θα γινόταν διαταγή;
Πολλοί φίλοι διερωτώνται πόσο μαγικές μπορεί να είναι αυτές οι νύχτες, όπως λέω στο βιβλίο μου, αφού τσακίζουν ανθρώπους, με εξαίρεση λίγους που επιβιώνουν. Τη νύχτα ή ζεις ή πεθαίνεις... όμως στα σίγουρα δεν φυτοζωείς. Στη νύχτα νιώθαμε θιασώτες μιας παράστασης φαντασμαγορικής, μ' έναν αόρατο σκηνοθέτη να δίνει το πρόσταγμα και οι θαμώνες, άνθρωποι της διπλανής πόρτας, να μεταμφιέζονται σε άρχοντες κόντρα στη χωματερή της άχαρης ζωής τους...
Η άποψή μου:
Πόσο μαγική είναι η νύχτα και τι εύκολα χρήματα! Αυτά σκεφτόμουν όσο ήμουν μικρή, μην ξέροντας γιατί δίνουν τόσο μεγάλα μεροκάματα στις μπαργούμαν και στις γυναίκες της νύχτας γενικότερα (αλλά όχι πόρνες), οι οποίες έμοιαζαν εκθαμβωτικές κάτω από τα χαμηλωμένα φώτα. Αυτό το βιβλίο είναι ακριβώς ένα οδοιπορικό μέσα στη νύχτα. Ένα φως στα άδυτα, όπως συνηθίζουμε να λέμε του υποκόσμου. Ενός κόσμου που την ημέρα μπορεί να ζει να εργάζεται, να είναι αξιοπρεπής, αλλά τις νύχτες μεταμορφώνεται -πώς θα το έλεγαν σήμερα; Σε γύπα!
Το πόνημα εστιάζει περισσότερο στα σκυλάδικα της Εθνικής αλλά και της επαρχίας, γιατί προφανώς εκεί υπήρχε ‘η κονόμα’ αλλά και οι άγριες καταστάσεις. Εντός των νυχτερινών αυτών κέντρων, οι βωμολοχίες δίνουν και παίρνουν, το ίδιο και τα ‘πειρακτικά’ τραγούδια κάτι μεταξύ ρεμπέτικου και σκυλοτράγουδου. Τραγούδια που γίνονται σουξέ αν και αμφιβόλου ποιότητας και καλλιτεχνικής αξίας, όπως το ‘Τι πουρό, τι καγκουρό’ της Ελένης Ροδά, που για τη γενιά της Ντίσκο μοιάζουν προσβλητικά και ακατανόητα, σημαδεύουν ωστόσο μια ολόκληρη δεκαετία, ίσως και παραπάνω.
Τα μπουζούκια υπήρξαν η πιο προσφιλής διασκέδαση, όπου το χρήμα σαν την σαμπάνια και τα λουλούδια, έρεε άφθονο. Δημιουργεί και κάτι νοσταλγικό για εμάς που δεν το έχουμε ζήσει, νοσταλγικό γιατί για να ρέει το χρήμα, θα πει ότι υπήρχε χρήμα, οι αγορές πήγαιναν καλά, το ίδιο και οι κατασκευές, η γεωργία και η κτηνοτροφία, η ναυτιλία, άρα ο κόσμος είχε δουλειά. Δεν ξέρω αν είναι αυθαίρετο αυτό, μα τέτοιο συμπέρασμα έβγαλα. Οι δεκαετίες '80 και αρχές του '90 ίσως υπήρξαν ο ‘χρυσός αιώνας’ για τη νεότερη Ελλάδα. Πώς να κατηγορήσεις λοιπόν αυτές τις κοπέλες που έπαιρναν τα μυαλά τους αέρα για το ‘εύκολο’ χρήμα; Ήταν όμως εύκολο; Γιατί στο βιβλίο κάθε άλλο παρά αυτό κατάλαβα.
Κάπου γέλασα μόνη μου -είναι τραγελαφικό η αλήθεια είναι, ο νεαρός τότε Θάνος κάνει τα πρώτα του βήματα στο τραγούδι. Ζυμωμένος στο θέατρο του Καρόλου Κουν και πλημμυρισμένος από ακούσματα Σπανού και Χατζηδάκη προσγειώνεται κάπως απότομα στην ωμή πραγματικότητα, όταν διαπιστώνει το πόσο λίγο εκτιμάται όλο αυτό στα περιθωριακά κέντρα. Κέντρα όπου ξοδεύονταν περιουσίες πάνω στα λυγερά κορμιά της κάθε τραγουδιάρας, που μπορεί να ακούγεται υποτιμητικό αλλά είναι η αλήθεια, αφού εκεί έπαιζε ρόλο το κορμί και όχι η φωνή... Καταλαβαίνετε ότι αυτό το βιβλίο δεν είναι για όλους. Υπάρχουν κάποιοι νοσταλγοί της εποχής εκείνης και άλλοι σαν εμένα, που δεν είχαν ιδέα από μαλλιοτραβήγματα, χουφτώματα, μαχαιρώματα αλλά και μεγαλύτερους κινδύνους του να σε βιάσουν και να σε σκοτώσουν. Την νύχτα την έβλεπα πάντα με ένα ωραιοποιημένο πέπλο και μάλλον αυτό το βιβλίο μου άνοιξε τα μάτια.
Όσοι το επιλέξετε, μην κάνετε το λάθος να συγκρίνετε το τότε με το τώρα. Τα γεγονότα παρουσιάζονται ατόφια και αντικατοπτρίζουν μια συγκεκριμένη εποχή και σε καμιά περίπτωση δεν έχουν σκοπό να προσβάλλουν. Αν το θεωρήσετε προσβλητικό, με την ίδια ευκολία θα θεωρήσετε προσβλητικό κι έναν Καραγάτση! Τότε δεν υπήρχαν τα διάφορα κινήματα δικαιωμάτων αλλά και τώρα που υπάρχουν, δεν κατάλαβα τη διαφορά!
Στο τέλος του βιβλίου υπάρχει πλούσιο, φωτογραφικό υλικό από τα ‘μπαλέτα’ όπως ακριβώς διαφημίζονταν τότε. Εκεί είναι που έχεις την αίσθηση ότι είναι ένας τελείως διαφορετικός κόσμος. Είδα την ταινία πριν αρκετά χρόνια: ένας εξαιρετικός Νίκος Κουρής είναι το μόνο που μου έμεινε. Ίσως και μια χαρμολύπη, για το "ό,τι λάμπει, δεν είναι χρυσός". Πάλι όμως η θηριωδία του κόσμου καθόλου δεν με άγγιξε, όσο κατά τη διάρκεια του διαβάσματος ηχούσε στα αυτιά μου η μελωδία του ‘Αυτή η νύχτα μένει’ που παραμένει από τα καλύτερα τραγούδια του ελληνικού πενταγράμμου. Νομίζω ότι το βιβλίο ήταν ένα καλό κίνητρο για να παρακολουθήσω και τη σειρά...
Στοιχεία βιβλίου:
Ιστοσελίδα: Πατήστε εδώ
Συγγραφέας: Θάνος Αλεξανδρής
Σελίδες: 384
Ημερ. έκδοσης: 10/10/2022
ISBN: 978-618-215-036-8
Βιογραφικό του συγγραφέα:
Γεννήθηκε στη Νέα Αρτάκη και παιδί τον διακατείχε ο διακαής πόθος να αναζητήσει την σωτηρία του ως ιεραπόστολος ή και ως αρχιμανδρίτης. Η Νομική έγινε το άλλοθι για να ξεφύγει, αλλά τον έκλεψαν από τη δικηγορία τα καλλιτεχνικά του όνειρα. Ακολουθούν Θέατρο Τέχνης, Γιώργος Μαρίνος, Αισχύλος, πρωταγωνιστικός ρόλος στους «Νεκρικούς Διαλόγους» του Λουκιανού στον Λυκαβηττό, όμως μια θεϊκή συγκυρία τον οδήγησε για δέκα περίπου χρόνια στον μαγικό κόσμο των σκυλάδικων, αλλάζοντας ουσιαστικά όλη του τη ζωή. Ακολούθησε μακρόχρονη συνεργασία με την παιδική του φίλη Μαλβίνα Κάραλη και εκπομπές στην τηλεόραση (TrashTV, Καρακορτάδα), στο ραδιόφωνο και σε περιοδικά (Penthouse, Athens Voice). Από τις εκδόσεις Κάκτος κυκλοφορούν τα βιβλία "Του Οσίου Αλμοδόβαρ ανήμερα" και "Αυτή η νύχτα μένει". «Αν ξαναγεννιόμουνα, θα ήθελα να αρχίσω από τη νύχτα. Να ξαναζήσω πάλι αυτό το ξέφρενο πανηγύρι της χαράς και των αισθήσεων. Γλέντησα, αποθεώθηκα, τρελάθηκα στην κυριολεξία και πέρασα μαγικά, ακυρώνοντας στην ουσία την ατάκα του Χορν στην «Οδό Ονείρων»: ‘Κανείς δεν ζει αληθινά αυτό που θα ’θελε να ζήσει’».