Περίληψη οπισθόφυλλου:
Ο Τζάρεντ Κίτον είναι διάσημος σεφ. Γοητευτικός. Χαρισματικός. Ψυχοπαθής... Εκτίει ποινή ισόβιων δεσμών για τη βίαιη δολοφονία της κόρης του, της Ελίζαμπεθ. Το πτώμα της δε βρέθηκε ποτέ και ο Κίτον καταδικάστηκε κυρίως εξαιτίας της κατάθεσης του ντετέκτιβ Ουάσινγκτον Πόου.
Όταν μια νεαρή γυναίκα εμφανίζεται σε ένα απομονωμένο αστυνομικό τμήμα με ατράνταχτα στοιχεία πως είναι η Ελίζαμπεθ Κίτον, ο Πόου θα γίνει το αντικείμενο μιας έρευνας η οποία μπορεί να του στοιχίσει κάτι περισσότερο από την καριέρα του.
Με τη βοήθεια του μοναδικού ανθρώπου που εμπιστεύεται, της ιδιοφυούς αλλά κοινωνικά αδέξιας Τίλι Μπράντσο, ο Πόου θα προσπαθήσει να βρει γρήγορα απάντηση στο πιο σημαντικό ερώτημα: πώς μπορεί κάποιος να είναι νεκρός και ζωντανός ταυτόχρονα;
Και τότε η Ελίζαμπεθ εξαφανίζεται ξανά -και η έρευνα οδηγεί στον Πόου.
Μετά τις "Μαριονέτες", που απέσπασαν το βραβείο CWA Gold Dagger ως το καλύτερο αστυνομικό μυθιστόρημα του 2019, ο M.W. Craven επιστρέφει με τη δεύτερη συναρπαστική υπόθεση του ντετέκτιβ Ουάσινγκτον Πόου.
Η άποψή μου:
Όταν ο M.W. Craven τελείωνε το πρώτο του βιβλίο με πρωταγωνιστή τον ντετέκτιβ Πόου (Μαριονέτες, Bell 2019) με την εξής φράση, «ο Πόου πάτησε το κουμπί της αποστολής, έγειρε πίσω και περίμενε το μέλλον», κάτι ήξερε προφανώς. Το βιβλίο απέσπασε διθυραμβικές κριτικές και βραβεύτηκε με το CWA Gold Dagger του 2019· το μέλλον ήταν προδιαγεγραμμένο και δικαίως. Το αντισυμβατικό δίδυμο των πρωταγωνιστών (ο ερημίτης αστυνομικός Ουάσιγκτον Πόου και η ιδιόρρυθμη αναλύτρια Τίλι Μπράντσο), η πρωτοτυπία της υπόθεσης, η φρίκη των εγκλημάτων και το άγριο και μυστηριώδες τοπίο της επαρχίας Κάμπρια στη βορειοδυτική Αγγλία, ήταν τα συστατικά για μια απολαυστική αναγνωστική συνταγή. Ο συγγραφέας είχε βάλει ψηλά τον πήχη και το ήξερε· κι έπραξε ανάλογα.
Στο δεύτερο βιβλίο της σειράς (Μαύρο Καλοκαίρι, Bell 2020) η συνταγή μάς σερβίρεται στο πιάτο ενός πανάκριβου εστιατορίου με τρία αστέρια Michelin. Αρχικά με την ανατριχιαστική γεύση ενός σπάνιου πουλιού που μαγειρεύεται και τρώγεται ολόκληρο· μαζί με τα εντόσθια, τα κόκαλα και το αίμα του. Στη συνέχεια με την τραγική μορφή της κόρης του σεφ και ιδιοκτήτη του εστιατορίου, που πέφτει θύμα δολοφονίας από τον ίδιο της τον πατέρα μέσα στην κουζίνα του εστιατορίου. Μόνο που υπάρχει ένα πρόβλημα· το πτώμα της δε βρέθηκε ποτέ. Και υπάρχει κι ένα δεύτερο πρόβλημα· μετά από έξι χρόνια εμφανίζεται· όχι το πτώμα, αλλά η ίδια, σώα κι αβλαβής! Κι ο αρχιφύλακας Πόου, που έχει βάλει φυλακή τον πατέρα της, αντιμετωπίζει πλέον τη φυλάκιση ο ίδιος, με την κατηγορία της αμέλειας και της παραποίησης στοιχείων.
Η σύλληψη της πλοκής από τον συγγραφέα είναι, όπως και στις Μαριονέτες, ιδιοφυής. Αυτή τη φορά κάνει ένα φλας μπακ στο παρελθόν και μας διηγείται την παραπάνω υπόθεση, παράλληλα με την εξέλιξη της αναψηλάφησής της από δύο ομάδες της αστυνομίας· από αυτούς που πιστεύουν στη διαίσθηση του Πόου και από αυτούς που θέλουν να τον στείλουν στη φυλακή. Το πρώτο κιόλας κεφάλαιο είναι ενδεικτικό αυτής της μάχης στους κόλπους του αστυνομικού σώματος και μας οδηγεί στο συμπέρασμα στο οποίο καλούμαστε να καταλήξουμε: κανείς δεν είναι αλάνθαστος και άτρωτος· ούτε καν ο Πόου; Το σίγουρο είναι ότι ο αρχιφύλακας δε θα πέσει αμαχητί, ακόμα κι αν τα γεγονότα είναι εναντίον του και δείχνουν αδιαμφισβήτητα.
Η Τίλι Μπράντσο στέκεται και πάλι στο πλευρό του Πόου, με τις ιδιαίτερες ικανότητές της και τη μοναδική παρουσία της, που την κάνουν τόσο χρήσιμη στο συνάδελφό της και τόσο συμπαθητική στους αναγνώστες. Μόνο που αυτή τη φορά έχει να αντιμετωπίσει έναν άξιο αντίπαλο, ένα ιδιοφυές μυαλό όπως το δικό της. Ο διάσημος σεφ Τζάρεντ Κίτον, με τη γοητευτική και χαρισματική προσωπικότητα, αρνείται ότι σκότωσε την κόρη του και κινεί τα νήματα από το παρασκήνιο. Ο Craven στήνει το χαρακτήρα του Κίτον με μαεστρία και το πρώτο κεφάλαιο προδιαθέτει για μία μάχη μέχρις εσχάτων μεταξύ εκείνου και του Πόου. Ωστόσο, στη συνέχεια του μυθιστορήματος ο Κίτον μένει σε δεύτερο πλάνο και μαθαίνουμε ή μαντεύουμε τις σκέψεις και τις προθέσεις του από τον Πόου και τη Μπράντσο· κι όχι πάντα με επιτυχία, όπως θα διαπιστώσουν οι αναγνώστες.
Αυτό που σίγουρα δε μαντεύουμε είναι το τέλος του βιβλίου. Έστω κι αν ο δρόμος προς τη λύση του μυστηρίου περνάει από ένα ξέφωτο με τρούφες κι ένα γεύμα διάρκειας τριών ωρών και δεκατεσσάρων πιάτων, το αναγνωστικό αποτέλεσμα είναι ανάλογο του γαστριμαργικού. Η συνταγή του M.W. Craven είναι και πάλι επιτυχημένη.
Συγγραφέας: M.W. Craven
Μετάφραση: Βαγγέλης Γιαννίσης
Σελίδες: 416
Ημερ. έκδοσης: Οκτώβριος 2020
ISBN: 978-960-507-142-4
O M.W. Craven γεννήθηκε στο Καρλάιλ, μεγάλωσε όμως στο Νιούκασλ, απ’ όπου στην ηλικία των δεκαέξι μόλις ετών το έσκασε για να καταταγεί στο στρατό. Τα επόμενα δέκα χρόνια τα ξόδεψε ταξιδεύοντας στον κόσμο, ώσπου το 1995 αποφάσισε να ολοκληρώσει τις σπουδές του στην κοινωνική εργασία με ειδίκευση στην εγκληματολογία και την τοξικοεξάρτηση. Τριάντα ένα χρόνια αφότου άφησε πίσω του την Κάμπρια, επέστρεψε εκεί για να αναλάβει μια θέση επιτηρητή αποφυλακισμένων υπό όρους στο Γουαϊτχέιβεν, την οποία δεκαέξι χρόνια αργότερα εγκατέλειψε για να αφοσιωθεί στη συγγραφή. Τώρα πια, τα κίνητρα που τον ωθούν να προσπαθεί να μπει στο μυαλό των εγκληματιών είναι εντελώς διαφορετικά. Οι Μαριονέτες, το πρώτο του μυθιστόρημα με ήρωα τον Ουάσινγκτον Πόου, εκδόθηκε σε πολλές χώρες και γνώρισε θερμή υποδοχή τόσο από τους αναγνώστες όσο και από τους κριτικούς. Ο συγγραφέας ζει σήμερα με τη σύζυγό του στο Καρλάιλ. Όταν δεν κόβει βόλτες με το σπρίνγκερ σπάνιελ του ή δε φλυαρεί στην τοπική παμπ, μπορεί κανείς να τον συναντήσει σε μια συναυλία πανκ ή σε κάποιο λογοτεχνικό φεστιβάλ. Επισκεφθείτε τον ιστότοπό του, ή ακολουθήστε τον στο Twitter.