Περίληψη οπισθόφυλλου:
Ξένοι στην ίδια τους τη ζωή, σε μια πόλη για ξένους...
Μια πόλη διαφορετική. Αυτή είναι η Ξενιάδα. Μια πόλη στα σύνορα, περίκλειστη από φράχτες και συρματοπλέγματα, όπου ζουν οι μετανάστες που απελευθερώνονται από τα γειτονικά κέντρα κράτησης, μέχρι να ολοκληρωθεί η διαδικασία της άδειας διαμονής ή της απέλασης.
Σ' αυτή την πόλη-στρατόπεδο ή πόλη-φυλακή συναντιούνται τα τρία πρόσωπα της ιστορίας: Ο Αλέξανδρος, αστυνόμος της Δίωξης Παράνομης Μετανάστευσης, που μετατέθηκε στην Ξενιάδα προσπαθώντας να ξεπεράσει ένα επώδυνο διαζύγιο, η Ζαχρά, που ήρθε στην πόλη αναζητώντας νέα για το γιο της που έδωσε από εδώ τα τελευταία σημεία ζωής, και η Μαριάνα, δικηγόρος και μέλος μη κυβερνητικής οργάνωσης που βοηθά μετανάστες.
Μεταξύ του Αλέξανδρου και της Μαριάνας δημιουργείται μια εξ ορισμού επισφαλής ερωτική σχέση, ενώ η Ζαχρά, αναζητώντας μάταια κάποιο νέο για την τύχη του γιου της, θα συναντήσει τη Μαριάνα, από την οποία θα βρει συμπαράσταση και βοήθεια. Παράλληλα η έρευνα του Αλέξανδρου για την εξαφάνιση θα αποκαλύψει ότι η άκρη του νήματος βρίσκεται στην Αστυνομική Διεύθυνση Ξενιάδας.
Ένα μυθιστόρημα για τη μετανάστευση; Ή μήπως ένα δυστοπικό μυθιστόρημα; Ερωτική ιστορία; Αστυνομικό μυστήριο; Το "Στην πόλη των ξένων" είναι όλα αυτά μαζί. Κυρίως όμως είναι η ιστορία τριών ανθρώπων που -για τον δικό του λόγο ο καθένας- αισθάνονται ξένοι στην ίδια τους τη ζωή και που κατά σύμπτωση συναντήθηκαν σε μια πόλη που δημιουργήθηκε για ξένους.
Η άποψή μου:
Ένιωθα ότι αυτό το βιβλίο, είναι για μένα και δεν διαψεύστηκα. Μέσα σε ένα περιβάλλον τόσο οικείο, μα και τόσο ξένο, γεννιέται η ιστορία μας. Η γραφή του συγγραφέα με άγγιξε ήδη από την πρώτη παράγραφο «Σαν να τρέχω μακριά από τη μέχρι τώρα ζωή μου, σκεφτόταν ο Αλέξανδρος» ένας χαρακτήρας, του οποίου το μεγαλείο της ψυχής είναι δύσκολο να περιγράψεις.
Με τη μετάθεσή του στην Ξενιάδα, φάνηκε από την αρχή ότι είναι ένας ξένος ανάμεσα σε ξένους. Ένας άνθρωπος, που αν και υπεύθυνος του Γραφείου Δίωξης Παράνομης Μετανάστευσης, σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα, προσπαθεί να είναι δίκαιος με όλους, από όποια χώρα κι αν προέρχονται, και μέσα σε ένα περιβάλλον καχυποψίας και ρατσιστικής συμπεριφοράς ξεχωρίζει σαν τη μύγα μες το γάλα. Κάνει την δουλειά του με ζήλο και ευσυνειδησία και αποφεύγει να παίξει τον ρόλο του κριτή και να καταδικάσει πριν πρώτα ακούσει.
Η Ξενιάδα από την άλλη, είναι μια ιδιόρρυθμη πόλη. Την είδα με τα μάτια της φαντασίας μου να απλώνεται ξαφνικά μπροστά μου χάρη στην δύναμη των περιγραφών του συγγραφέα. Έχω διαβάσει πολλές φορές βιβλία με φανταστικές πόλεις και φανταστικά περιβάλλοντα αλλά την συγκεκριμένη τη ζωγράφισα στο μυαλό μου με χρώματα. Τον δυτικό τομέα τον έβαψα στο χρώμα του χρυσού. Εκεί βρίσκονται όλοι οι ευκατάστατοι και ευυπόληπτοι πολίτες. Αυτοί που ζουν μια καλοζωισμένη ζωή, έχουν τα καλύτερα επαγγέλματα, σπουδάζουν τα παιδιά τους στα καλύτερα σχολεία και βιώνουν τη δική τους πραγματικότητα, αδιαφορώντας τι συμβαίνει στα υπόλοιπα κομμάτια της πόλης. Το περιβάλλον αυτό είναι απόλυτα προστατευμένο αφού υπάρχουν τείχη και νυχθημερόν φρούρηση και έλεγχοι έτσι ώστε να αποφεύγεται οποιοδήποτε συμβάν που μπορεί να χαρακτηριστεί άβολο ή δυσάρεστο για τους κατοίκους. Επιπλέον ένα μεγάλο κενό, χωρίς κτίσματα είναι αυτό που που χωρίζει το δυτικό τομέα από το κεντρικό τμήμα της πόλης. Στο κέντρο βρίσκονται κυρίως πρεσβείες και δημόσιες υπηρεσίες και το λιγοστό πράσινο με έκανε να του δώσω το χρώμα του γκρίζου. Προχωρώντας ανατολικά, εκεί όπου διαμένουν μετανάστες (κατά 90%) βλέπουμε ότι το σκηνικό αλλάζει τελείως. Η καθαριότητα είναι σχεδόν ανύπαρκτη και υπάρχουν άνθρωποι που συστεγάζονται ακόμα και σε κοντέινερ. Ακόμα και στις πολυκατοικίες, που μοιάζουν σαν εργατικές κατοικίες, οι ανέσεις είναι σχεδόν ανύπαρκτες και υπάρχουν ακόμα και κοινόχρηστα μπάνια, πράγμα που σιχαίνομαι όσο τίποτ΄ άλλο στη ζωή μου. Σε αυτό το κομμάτι της πόλης έδωσα το χρώμα του μαύρου. Δεν μπορώ να πω ότι έδωσα τέτοιο χρώμα γιατί ένιωσα οίκτο, διότι τριγύριζε στο μυαλό μου η πεποίθηση ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι που πέρασαν όλες τις κακουχίες προκειμένου να μπουν στην πόλη έχουν θέληση για ζωή και τίποτα στον κόσμο δεν μπορεί να τους λυγίσει.
Τραγική φιγούρα ωστόσο η Ζαχρά που είναι ολομόναχη και είναι και το πρώτο πρόσωπο που γνωρίζει ο Αλέξανδρος από τη νέα του θέση. Ένα μεγάλο μέρος της πλοκής βασίζεται πάνω της όπως πάνω της αποτυπώνονται όλα τα συναισθήματα της μάνας που δεν έχει ιδέα που βρίσκεται το παιδί της. Το δεύτερο πρόσωπο είναι ο Χασάν, ένας ταβερνιάρης μουσουλμάνος στον Ανατολικό τομέα που μου έκανε τρομερή εντύπωση όχι μόνο για την διάθεσή του, που δεν χάνει ποτέ αλλά και για τον τρόπο με τον οποίον μιλούσε στον Αλέξανδρο, σαν να μην τους χωρίζουν σύνορα και χώρες αλλά σαν να είναι δυο καλοί φίλοι από τα παλιά. Ο Αλέξανδρος πάλι τριγυρίζει στον Ανατολικό τομέα με άνεση σαν να είναι σπίτι του και σαν να μην είναι ο ίδιος αστυνομικός στον τομέα της μετανάστευσης. Αψηφά τον κίνδυνο γιατί βαθιά μέσα του δεν πιστεύει ότι αυτοί οι άνθρωποι άλλοι χαμένοι, άλλοι φοβισμένοι και άλλοι συγχυσμένοι μπορούν να του κάνουν κακό.
Μέσα του έχει αναπτύξει ένα ζωηρό ενδιαφέρον για τη Μαριάνα, την νεαρή δικηγόρο που βρίσκεται στο πλευρό των μεταναστών, τις περισσότερες φορές αμισθί. Η ίδια όχι μόνο δίνει συμβουλές αλλά διεκδικεί και με πάθος τα νόμιμα δικαιώματά τους. Ο Αλέξανδρος νιώθει αυτό το σκίρτημα στην καρδιά μετά από χρόνια. Μπορεί όμως μια τέτοιου είδους σχέση να ευδοκιμήσει; Η Μαριάνα, αν και από εύπορη οικογένεια, απεχθάνεται οτιδήποτε έχει σχέση με την τάξη και το νόμο. Ο Αλέξανδρος θέλει να ρισκάρει γιατί δεν μπορεί να κάνει αλλιώς. Είναι ένας άνθρωπος που ποτέ στην ζωή του δεν αγνόησε τα συναισθήματά του. Ένας άνθρωπος τόσο ακέραιος που δυσκολεύεται κανείς να πιστέψει το επάγγελμά του. Η αγωνία, ο φόβος της απώλειας, ο πόνος, η αδιαφορία, η αδικία, η δικαιοσύνη, η οργή, η σκληρότητα είναι μόνο μερικές από τις έννοιες που πραγματεύεται το βιβλίο.
Και κάπως έτσι, δημιουργήθηκε ένα από τα καλύτερα δυστοπικά μυθιστορήματα που έχω διαβάσει. Ακόμα κι αν περάσει καιρός και οι ήρωες ξεχαστούν, όποιος κι αν με ρωτήσει «Τι σου έμεινε από αυτό το βιβλίο τελικά;», θα απαντήσω: «ο σεβασμός για την ανθρώπινη ύπαρξη.»
Στοιχεία βιβλίου:
Ιστοσελίδα: Πατήστε εδώ
Συγγραφέας: Άγγελος Μανουσόπουλος
Σελίδες: 376
Ημερ. έκδοσης: 21 Ιουνίου 2019
ISBN: 978-960-620-784-6
Βιογραφικό του συγγραφέα:
Ο Άγγελος Μανουσόπουλος γεννήθηκε το 1971 στη Λάρισα. Σπούδασε Φιλολογία στη Θεσσαλονίκη. Διηγήματά του έχουν δημοσιευθεί σε λογοτεχνικούς ιστότοπους και έχουν διακριθεί σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς. Η συλλογή "Ο πόνος της επιστροφής", με νοσταλγικά κείμενα που δημοσιεύθηκαν στο ιστολόγιό του, κυκλοφορεί ελεύθερα στο διαδίκτυο σε ψηφιακή μορφή. Το "Στην πόλη των ξένων" είναι το πρώτο του μυθιστόρημα. Ζει και εργάζεται στη Λάρισα. Επικοινωνήστε με τον συγγραφέα στο e-mail του και στο Facebook.