Περίληψη οπισθόφυλλου:
Πόσο σκοτάδι μπορεί να χωρέσει η ψυχή ενός ανθρώπου;
Ο Ανδρέας θα αναγκαστεί να το ανακαλύψει όταν ο εφιάλτης με τον οποίο είχε συμφιλιωθεί τα τελευταία τριάντα χρόνια θα εισβάλει στην πραγματικότητά του. Η ίδια γυναίκα μπροστά σε ένα σπίτι στοίχειωνε χωρίς νόημα τα όνειρά του. Τα λόγια της επαναλαμβάνονταν. Ξανά και ξανά.
Γύρνα, εξιλέωση, το σπίτι μας, εκδίκηση...
Παράνοια και φόβος τον κατακλύζουν όταν νιώθει την παρουσία της στον κόσμο του. Η ζωή του χειροτερεύει μέρα με τη μέρα και ο ίδιος οδηγείται σε αδιέξοδο. Ψάχνοντας απεγνωσμένα να βρει μια απάντηση για τα ολοζώντανα όνειρα που τον βασανίζουν, ο Ανδρέας θα φτάσει σε ένα απομακρυσμένο χωριό.
Ένας τόπος άγνωστος.
Ένας τόπος που θα φέρει στην επιφάνεια όσα ήταν καλά κρυμμένα μέσα του. Ένας τόπος τον οποίο εκείνη εξουσιάζει. Η αλήθεια θα αναδυθεί μέσα από τον τρόμο του απόκοσμου... Μέσα από τις φωνές της αβύσσου...
Η άποψή μου:
(γράφει η Γιώτα Βασιλείου)
Γύρνα, εξιλέωση, το σπίτι μας, εκδίκηση...
Μια φράση που ακούγεται ξανά και ξανά. Μια γυναίκα που εμφανίζεται αρχικά στα όνειρα του Ανδρέα και στη συνέχεια και στον ξύπνιο του. Φάντασμα; Όραμα; Ή μήπως παραίσθηση; Τι γίνεται όταν δεις τον εφιάλτη σου να παίρνει υπόσταση και να κυριεύει τη ζωή σου; Που μπορεί να σε οδηγήσει όλο αυτό; Σε ποιους τόπους; Ποια μυστικά θα ξεθάψει; Μήπως τελικά η τρέλα είναι ο μόνος προορισμός;
Είναι αλήθεια πως η εμπειρία μου στην ανάγνωση βιβλίων τα οποία ανήκουν στην κατηγορία του φανταστικού, είναι περιορισμένη. Ωστόσο, δε μπορώ να μη διακρίνω ένα καλό βιβλίο, όταν το συναντώ. Οι «Φωνές από την Άβυσσο» λοιπόν, είναι ένα καλό βιβλίο. Ένα ghost story το οποίο μπορεί να μην κάνει την ράχη του αναγνώστη να κυρτώσει από τον τρόμο, ωστόσο σίγουρα θα προκαλέσει ρίγη κι ανατριχίλες.
Αυτό που κατά τη γνώμη μου κάνει τις «Φωνές» να ξεχωρίζουν, είναι η περίεργη κι άκρως ασυνήθιστη για τα ελληνικά δεδομένα, σελιδοποίησή του και το στήσιμο του κειμένου εν γένει. Η αλήθεια είναι ότι με το που το έπιασα στα χέρια μου και το ξεφύλλισα, μου θύμισε το "Σπίτι από φύλλα", το οποίο διακρίνεται για την αλλοπρόσαλλη σελιδοποίησή του. Και το ομολογώ, η σελιδοποίηση ήταν που με εντυπωσίασε! Κι αναλύω παρακάτω για ποιο πράγμα μιλάω..
Το πιο ιδιαίτερο ίσως κομμάτι της μορφοποίησης του κειμένου έχει να κάνει με τις στιγμές όπου "κάτι" συμβαίνει. Που κάποια αίσθηση ή παρουσία «βαράει» τον συναγερμό στο μυαλό του Ανδρέα. Τότε βλέπουμε το κείμενο να ζωντανεύει και να βγαίνει από την απατηλή του ηρεμία. Το παρατηρούμε ν’ αλλάζει σχήματα, να κυλιέται, να συσπειρώνεται και να στροβιλίζεται, σαν γεωσκώληκας που κάποιος τον τράβηξε βίαια από το χώμα. Διαφορετικές γραμματοσειρές, ανάστροφη του προσανατολισμού των αράδων, γραφή σε κοχλίες, διπλοτυπωμένες παράγραφοι που δημιουργούν ένα οπτικό σφάλμα και σε "ζαλίζουν" και διάφορα τέτοια μορφικά τερτίπια. Εσκεμμένες τυπογραφικές παρατυπίες που, όπως προείπα, συνάντησα άφθονες, ακόμα πιο έντονες και για πρώτη φορά, στο "Σπίτι από φύλλα". Δε θεωρώ βεβαίως ότι υπήρξε προσπάθεια μίμησης του συγκεκριμένου έργου του Mark Danielewski, ωστόσο σίγουρα υπήρξε επιρροή. Και μου άρεσε πολύ αυτό και το βρήκα αρκετά ενδιαφέρον. Κατά την άποψή μου, είναι το μεγάλο ατού του βιβλίου.
Το κείμενο είναι διάσπαρτο λοιπόν από αυτά τα παιχνίδια, με λέξεις και φράσεις που του προσδίδουν πλαστικότητα και κίνηση τριών διαστάσεων. Το κάνουν ενδιαφέρον και ιντριγκαδόρικο. Εντείνουν το αίσθημα της ανησυχίας και προοδευτικά, του φόβου, τσιτώνοντας τα νεύρα του αναγνώστη. Κάτι σαν μουσικά τσιτάτα, σαν μια μελωδία από άλλη διάσταση. Οι λέξεις σπαράζουν και μαζί εμείς που τις διαβάζουμε!
Συναντάμε πολύ συχνά πλέον στη σύγχρονη λογοτεχνία, τους συγγραφείς να κάνουν χρήση στίχων, ως "εργαλεία". Συνήθως όμως τα βλέπουμε στην κορυφή του κάθε κεφαλαίου, κάτι σαν τίτλο ή σαν υπότιτλο. Ένα μικρό χωρίο/οδηγό, μια κατευθυντήρια γραμμή για αυτό που πρόκειται να ακολουθήσει. Στις «Φωνές» του ο Μάριος Δημητριάδης κάνει επίσης χρήση στίχων από τραγούδια metal, αλλά όχι με τον τρόπο που προανέφερα. Οι στίχοι ξεφυτρώνουν μέσα στο κείμενο, σαν επεξηγηματικές βινιέτες, μέσα σε text boxes διαφορετικού χρώματος. Οπτική "ακρόαση" της μουσικής, που ο Ανδρέας, ο ήρωάς μας, ακούει αυτή τη συγκεκριμένη στιγμή του χρόνου.
Ακόμη κάτι που ξεχώρισα είναι τούτο: γραπτά μηνύματα (sms) αναδύονται μέσα από το κείμενο σαν ξεχωριστές οντότητες. Μικρά μηνύματα μόλις 3-4 αράδες το καθένα, που δίνουν τσαχπινιά και ζωντάνια στο κείμενο. Το κάνουν πολύ πιο άμεσο και τρισδιάστατο.
Όσον αφορά στην πλοκή και την ιστορία που πραγματεύεται ο Μάριος Δημητριάδης, δεν συναντάμε κάποια πρωτοτυπία. Ωστόσο, είναι μια ιστορία φαντασμάτων με αριστοτεχνική ατμόσφαιρα και το φόβο διάχυτο σε κάθε σελίδα. Δεν είναι τρομακτικό με την απόλυτη έννοια. Αφήνει όμως το φόβο να «πνίξει» την ατμόσφαιρα, σαν την πυκνή πάχνη, το πρωί πριν βγει το φως του ήλιου. Μόνο που εδώ το φως του ήλιου δεν είναι σίγουρο αν θα βγει... Υφίσταται επίσης η αναμονή του κακού... Η αναμονή του άγνωστου... Τι θα γίνει παρακάτω... Αυτά είναι που δημιουργούν την ψευδαίσθηση του φόβου.
Όσον αφορά στους χαρακτήρες του, ο μόνος απτός είναι αυτός του Ανδρέα. Οι δευτερεύοντες χαρακτήρες, αν και βρίσκονται εκεί, γύρω από τον Ανδρέα, του μιλούν, τον αγγίζουν, του χαμογελούν, έχουν μια υπόσταση σχεδόν αέρινη. Διάφανη. Δεν είναι στιβαροί όπως ο ίδιος. Όμως, η διαδραστικότητα μαζί τους, είναι αυτή που τελικά τον ολοκληρώνει και του δίνει υπόσταση. Χωρίς τους συμπρωταγωνιστές του, ο Ανδρέας θα περιφερόταν σαν καρικατούρα σε λευκή κόλλα χαρτί.
Κι αφήνω τελευταία μια σκηνή, που για μένα ήταν ΟΛΑ ΤΑ ΛΕΦΤΑ! Δεν θέλω να μπω σε λεπτομέρειες, για να μην υποπέσω στο αμάρτημα του spoiling. Θα πω μόνο ότι πρόκειται για μια σκηνή σεξ. Σκληρό σεξ με μια μάλλον... απροσδόκητη κατάληξη. Προσωπικά ένοιωσα μεγάλη «δυσφορία» διαβάζοντας τις συγκεκριμένες παραγράφους, αν και ουσιαστικά, ως γυναίκα δεν με αγγίζει. Ωστόσο, είναι πραγματικά το πιο δυνατό σημείο του βιβλίου!
Τα αδύναμα τώρα στοιχεία του βιβλίου, έχουν σε κάποιο σημείο να κάνουν άμεσα με τα θετικά του. Δηλαδή...
Επανερχόμενη στο θέμα των στίχων τραγουδιών, έχω να πω ότι, ενώ σε γενικές γραμμές βρίσκω πολύ χαριτωμένο και έξυπνο το συγκεκριμένο τρικάκι, στο βιβλίο του Μάριου Δημητριάδη, οι στίχοι αυτοί αιωρούνταν χωρίς σκοπό γύρω από το κείμενο. Ίσως, αν ξέραμε ότι ο Ανδρέας είναι φανατικός χεβιμεταλάς να εξηγούσε την τόσο συχνή αναφορά σε κομμάτια της metal σκηνής. Ωστόσο ο Ανδρέας είναι ένας άνθρωπος χαμηλών τόνων, στου οποίου την ιδιοσυγκρασία, όπως την κατανόησα εγώ τουλάχιστον, δεν ταιριάζουν τέτοια ακούσματα. Άρα ο Μάριος Δημητριάδης ίσως τοποθέτησε επί σκηνής, τον ίδιο του τον εαυτό και τη δική του αγάπη γι'αυτό το είδος της μουσικής. Εν κατακλείδι, η συγκεκριμένη πρακτική νοιώθω ότι δεν προσέφερε κάτι στο κείμενο, αντίθετα τη βρήκα περιττή.
Όσον αφορά στα μορφικά εφέ του κειμένου, αν και όπως έχω ήδη αναφέρει, μου άρεσαν πολύ, σε δεύτερη σκέψη, ίσως κι αυτά να ήταν υπερβολικά. Κάποιος μπορεί άνετα να νοιώσει την έλλειψη του «σώματος κειμένου» που διαβάζεται άνετα, χωρίς να χρειάζεται κάθε τόσο να περιστρέψει σε όλες τις γωνίες του, το βιβλίο.
Κάτι ακόμη που καταλόγισα στα αρνητικά στοιχεία, είναι η ατέρμονη επανάληψη της ίδιας φράσης... Γύρνα, εξιλέωση, το σπίτι μας, εκδίκηση... Γύρνα, εξιλέωση, το σπίτι μας, εκδίκηση... Ήταν κουραστικό από κάποιο σημείο και μετά. Έχασε το νόημά της και τον αρχικό στόχο, ο οποίος πιστεύω ότι ήταν, να ερεθίσει το νευρικό σύστημα του αναγνώστη. Αυτά καθώς και κάνα δυο άλλες επουσιώδεις λεπτομέρειες (π.χ. η συχνή αναφορά στην άνοια της μητέρας του και του πόσο καλά τον γνωρίζει η κολλητή του φίλη και συνάδελφος) είναι τα μόνα μελανά σημεία του βιβλίου.
Κατά τα άλλα, οι «Φωνές από την Άβυσσο» είναι ιστορία, με εξαιρετικά γρήγορη ροή, με μικρούτσικα κεφάλαια τα οποία φεύγουν νεράκι και σε οδηγούν σε μια κορύφωση, όπου τίποτα δεν λείπει και τίποτα δε μένει αναπάντητο. Σκοτεινό, ανατριχιαστικό και άκρως ατμοσφαιρικό, το βιβλίο είναι σίγουρο ότι θα το αγαπήσουν οι λάτρεις της λογοτεχνίας του φανταστικού.
Στοιχεία βιβλίου:
Ιστοσελίδα: Πατήστε εδώ
Συγγραφέας: Μάριος Δημητριάδης
Σελίδες: 344
Ημερ. έκδοσης: Φεβρουάριος 2020
ISBN: 978-960-620-818-8
Βιογραφικό του συγγραφέα:
Ο Μάριος Δημητριάδης κατάγεται από τον Ασκό Θεσσαλονίκης και έχει κάνει σπουδές γεωπονίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο. Παίζει κλασική και ηλεκτρική κιθάρα και είναι μέλος του metal συγκροτήματος Asfodelos. Είναι ένας από τους ιδρυτές του φεστιβάλ φαντασίας Fantasmagoria και αρθρογραφεί στον ιστότοπο Nyctophilia. Λατρεύει τη λογοτεχνία τρόμου και έχει εκδώσει τα μυθιστορήματα "Σκοτεινές μέρες" (εκδόσεις λογεῖον), "Αγκαλιάζοντας το έρεβος" (εκδ. Το ανώνυμο βιβλίο), "Οι Μακάριοι" (εκδόσεις Bell) και τα συνεργατικά βιβλία "Στη γέφυρα των χαμένων ψυχών" (εκδόσεις Λυκόφως) και "The Metal Chapters Volume One" (εκδόσεις Πηγή) με τον Γιώργο Δάμτσιο. Πολλά διηγήματά του έχουν διακριθεί σε διαγωνισμούς και περιλαμβάνονται σε ανθολογίες διηγημάτων. Οι ταινίες τρόμου, τα video games και τα ταξίδια είναι μερικές από τις αδυναμίες του. Εργάζεται στη Θεσσαλονίκη, όπου και ζει μόνιμα με τη σύζυγό του.
Ο Μάριος Δημητριάδης κατάγεται από τον Ασκό Θεσσαλονίκης και έχει κάνει σπουδές γεωπονίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο. Παίζει κλασική και ηλεκτρική κιθάρα και είναι μέλος του metal συγκροτήματος Asfodelos. Είναι ένας από τους ιδρυτές του φεστιβάλ φαντασίας Fantasmagoria και αρθρογραφεί στον ιστότοπο Nyctophilia. Λατρεύει τη λογοτεχνία τρόμου και έχει εκδώσει τα μυθιστορήματα "Σκοτεινές μέρες" (εκδόσεις λογεῖον), "Αγκαλιάζοντας το έρεβος" (εκδ. Το ανώνυμο βιβλίο), "Οι Μακάριοι" (εκδόσεις Bell) και τα συνεργατικά βιβλία "Στη γέφυρα των χαμένων ψυχών" (εκδόσεις Λυκόφως) και "The Metal Chapters Volume One" (εκδόσεις Πηγή) με τον Γιώργο Δάμτσιο. Πολλά διηγήματά του έχουν διακριθεί σε διαγωνισμούς και περιλαμβάνονται σε ανθολογίες διηγημάτων. Οι ταινίες τρόμου, τα video games και τα ταξίδια είναι μερικές από τις αδυναμίες του. Εργάζεται στη Θεσσαλονίκη, όπου και ζει μόνιμα με τη σύζυγό του.