Περίληψη οπισθόφυλλου:
Ένα έργο-χρονικό από τον 30ετή πόλεμο.
Γράφτηκε στα 1938-39 και πρωτοπαίχτηκε στη Ζυρίχη στα 1942. Η "Μάνα Κουράγιο" ακολουθεί το στράτευμα, με έναν αραμπά-καντίνα, πουλώντας προμήθειες και ποτό για τους στρατιώτες. Χάνει και τα δυό της αγόρια στον πόλεμο. Η μουγγή κόρη της, Κατερίνα, πεθαίνει χτυπημένη από σφαίρα καθώς προσπαθεί μ'ένα τύμπανο να στείλει μήνυμα στην πόλη Χάλλε για μια επερχόμενη επίθεση.
Η "Μάνα Κουράγιο" απομένει μοναχή της με τον αραμπά της, γριά, ωστόσο αποφασισμένη να συνεχίσει το εμπόριό της.
Η άποψή μου:
(γράφει ο Χρήστος Αναστασόπουλος)
Το έργο ξεκινά με έναν Λοχία και έναν Στρατολόγο, που φαίνονται να είναι έξω από τα νερά τους, μια που δεν έχει ξεκινήσει ο πόλεμος ακόμα και νιώθουν λίγο αποδιοργανωμένοι. Η δουλειά του στρατολόγου είναι να στρατολογήσει άντρες, αλλά για κακή του τύχη, τού την κοπανάνε όλοι, όπως η ψείρα άμα ξυστείς, παρομοιάζει ο συγγραφέας.
Ο δε λοχίας είναι συνειδητοποιημένος και υπερασπίζεται το καθεστώς του στρατού με σθένος, λέγοντας: "Τι καρτερείς από ανθρώπους που τους έχει ζαβλακώσει η ειρήνη. Το χειρότερο κακό της ειρήνης είναι πως αποδιοργανώνει. Σμπαράλια σε κάνει. Σκέτη τσαπατσουλιά η ειρήνη! Μονάχα ο πόλεμος φτιάχνει τάξη, οργάνωση". Κι εν μέρει, ο λοχίας έχει δίκιο από την σκοπιά του και μας παραθέτει ένα σωρό παραδείγματα. Αυτό όμως που μου έκανε περισσότερο εντύπωση είναι το εξής: Έχουνε κάνει ποτέ τους απογραφή; Ξέρουνε πόσα άλογα και πόσους μάχιμους άντρες διαθέτει η πόλη; Σκοτιστήκανε. Εν καιρώ ειρήνης ποιός πραγματικά ενδιαφέρεται να κάνει απογραφές, όταν όλα κυλάνε ομαλά και υπάρχουν πλεονάσματα; Τα προβλήματα αρχίζουν όταν ξεκινάνε οι ελλείψεις...
Μας αναφέρει πως στην αρχή του πολέμου είναι δύσκολα τα πράγματα, μα σε όλα συνηθίζει ο άνθρωπος. Είναι το άγνωστο, που μας τρομάζει κάθε φορά.
Το επόμενο πρόσωπο που εμφανίζεται και πιάνει την κουβέντα με τους στρατιωτικούς είναι η Μάνα Κουράγιο, που μας λέει πως δεν θα υπήρχε πόλεμος αν δεν υπήρχαν στρατιώτες, οπότε το κακό ξεκινά με την κατάταξή τους στο στρατό. Η Μάνα έχει παιδιά, και όπως κάθε μάνα φοβάται και αγωνιά γι'αυτά. Δε θέλει να της πεθάνουν στον πόλεμο, όμως από την άλλη, ίσως έχουν καλύτερη τύχη εκεί, αφού θα έχουν εξασφαλισμένο ένα πιάτο φαγητό και χρήματα.
Οι περισσότεροι διάλογοι του έργου είναι εξαιρετικοί και ο συγγραφέας νιώθω πως παίζει μαζί μας, αφού κάθε φορά αναιρεί και κατακρίνει ό,τι επαινούσε λίγο πιο πριν. Βρίσκω έκτακτο όταν ένας δημιουργός φάσκει κι αντιφάσκει συνεχώς, ώστε να αφήσει στο κοινό του να σχηματίσει οποιαδήποτε άποψη!
- Μάνα Κουράγιο: Ν’ αφήσουνε, λέει, την μάνα τους και να πάνε στον πόλεμο, σαν τις μύγες στο μέλι!
Η μάνα βέβαια γνωρίζει καλά τα παιδιά της και ξέρει ποιος είναι έτοιμος να πάει να πολεμήσει και ποιος όχι.
Βρίσκω εξοργιστικό το γεγονός να χάνονται τόσες ζωές σε πολέμους και οι στρατηγοί, υπουργοί κλπ. να παίρνουν τα εύσημα και τη δόξα.
- Λοχίας: Λοχίας στην οπισθοφυλακή - πιο σίγουρο πόστο δεν υπάρχει. Στέλνεις τους άλλους μπροστά, κι εσύ μαζεύεις όλη τη δόξα.
Γίνονται καθημερινά πόλεμοι (δυστυχώς) αλλά οι θρησκευτικοί κατά τη γνώμη μου είναι οι χειρότεροι.
- Ιεροκήρυκας: δεν είναι δυστυχία να πέσεις στο πεδίο της μάχης, απεναντίας! Χάρη είναι, χάρη θεία. Γιατί ο πόλεμος αυτός είναι ιερός… είναι πόλεμος θρησκευτικός, δεν είναι απ’ τους συνηθισμένους! Τον πόλεμο τούτο τον πολεμάμε με χαρά μας για την πίστη μας και το Θεό μας.
- Μάγερας: Σωστότατον! Πόλεμος είναι βέβαια κι αυτός, όπου καίνε, σφάζουνε, πέφτει και πλιάτσικο... άντε και κανένας βιασμός μια στο τόσο, αλλά το σωστό, σωστό: είναι πόλεμος αλλιώτικος! Γίνεται υπέρ πίστεως, φως φανάρι.
Μια αγαπημένη νύξη για τις θρησκείες και τα πιστεύω των ανθρώπων που μου άρεσε επίσης γίνεται στον παρακάτω διάλογο.
- Ιεροκήρυκας: Είμαστε στα χέρια του Θεού.
- Μάνα Κουράγιο: Τα παραλές. Τόσο άσχημα δεν την έχουμε ακόμη.
Πιο επίκαιρο δε, από ποτέ είναι τα παρακάτω λόγια της Μάνας Κουράγιο: "Ούτε πως τους λένε ρωτάω, ούτε αν είναι ειδωλολάτρες. Φτάνει να πληρώνεις -είσαι καλός για μένα. Βλέπεις στη δουλειά και στο εμπόριο δε σε ρωτάνε τι θεό πιστεύεις αλλά σε τι τιμή πουλάς. Κι ο πόλεμος κάποιους συντηρεί, κάποιους ταΐζει..."
Είναι ένα εξαιρετικό, αντιπολεμικό έργο που με συγκίνησε βαθιά. Θα μπορούσα να παραθέσω πολλά περισσότερα αποσπάσματα αλλά καλύτερα να τα ανακαλύψετε μόνοι σας. Θα κλείσω όμως, με ένα πολύ μικρό απόσπασμα, που βρήκα αρκετά αισιόδοξο.
- Ιεροκήρυκας: Κατ’ εμένα, την ειρήνη τη βρίσκεις παντού, ακόμα και μέσα στον πόλεμο. Ο πόλεμος έχει και τις ειρηνικές του στιγμές. Βλέπεις, ο πόλεμος είναι σε θέση να θεραπεύει όλες τις ανάγκες, ακόμα και αυτήν της ειρήνης. Μην ανησυχείς που λες για την ειρήνη, διότι, πρώτα-πρώτα, την έχει ανάγκη ο ίδιος ο πόλεμος... χωρίς ειρήνη θα έσβηνε κι αυτός.
Στοιχεία βιβλίου:
Ιστοσελίδα: Πατήστε εδώ
Σειρά: Παγκόσμιο Θέατρο #12 / Γερμανικά θεατρικά έργα
Τίτλος πρωτοτύπου: Mutter Courage und ihre Kinder
Συγγραφέας: Μπέρτολτ Μπρεχτ (Bertolt Brecht)
Μετάφραση: Ιορδάνης Αρζόγλου
Επιμέλεια: Μαρία Λάζου-Πορτολομαίου
Σελίδες: 162 / Διαστάσεις: 14x21
Ημερ. έκδοσης: Δεκέμβριος 1980 / 2014
ISBN-13: 978-960-558-173-2
Βιογραφικό του συγγραφέα:
Ο Μπέρτολτ Μπρεχτ γεννήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου του 1898 στο Άουγκσμπουργκ. Το 1917 γράφτηκε στην ιατρική σχολή του πανεπιστημίου του Μονάχου, αλλά εγκατέλειψε τις σπουδές του, ξαναγύρισε στο Άουγκσμπουργκ, και υπηρέτησε για ένα διάστημα σε στρατιωτικό νοσοκομείο. Οι θεατρικές του αναζητήσεις γνώρισαν πολύ γρήγορα την καταξίωση, με το βραβείο Κλάιστ (1922). Αντικομφορμιστής, ορκισμένος εχθρός του πολέμου και του καπιταλισμού, βρίσκεται ήδη από το 1923 πέμπτος στον μαύρο πίνακα του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος της Γερμανίας. Όταν οι Εθνικοσοσιαλιστές καταλαμβάνουν την εξουσία το 1933, ο Μπρεχτ παίρνει το δρόμο της εξορίας: Ελβετία, Δανία, Φινλανδία, Ρωσία, και τέλος Αμερική, όπου συνεργάζεται στην Καλιφόρνια με τον Τσάρλι Τσάπλιν και τον Τσαρλς Λώτον. Το 1949 εγκαθίσταται οριστικά στο Ανατολικό Βερολίνο, όπου πεθαίνει το 1956.
Πρώτη δημοσίευση στο site τοβιβλίο.net.