Περίληψη οπισθόφυλλου:
Η λέπρα εγκατέλειψε τα λημέρια τους, ερείπωσε η φυλακή τους, γκρέμισαν οι τοίχοι, έπεσε η στέγη, ερήμωσε ο τόπος, δεν είναι πια το ρέμα το σύνορο του κόσμου, και πάλι όμως η ιερή απόσταση δεν περπατήθηκε.
Αυτήν την αρρώστια δεν τη νίκησαν ποτέ. Δεν έχει φάρμακο. Εκεί έξω έγιναν πολυτραυματίες, μέτρησαν πληγές που δεν τις γνώριζαν και δεν ήξεραν να τις γιατρέψουν. Βαθιές, κοφτερές, με μπόλικο φαρμάκι. Καινούριο φαρμάκι, ανίκητο. Καθάρισε το σώμα τους, μα οι άλλοι ήθελαν μια κάθαρση διαφορετική, τελειωτική, να έχει σύνορα συγκεκριμένα, αδιάβατα. Δεν βρέθηκε διαβατήριο για αυτά τα σύνορα. Ακόμη αδιάβατα είναι.
"Ένα μυθιστόρημα για την ικανότητα της ανθρώπινης φύσης να επιστρατεύει το καλό, αλλά και να «ξορκίζει» το κακό, για τη μάστιγα των προκαταλήψεων, της άγνοιας και της μικροψυχίας. Η Έλενα Χουσνή δεν χαρίζεται σε κανέναν. Αποτυπώνει με μελανά χρώματα τη σκληρότητα της κοινότητας απέναντι στους αδύναμους, και τη σκοτεινή διάσταση της ανθρώπινης φύσης, όταν έχουν έστω και την ελάχιστη εξουσία στη διάθεσή τους. Με πένα αποφασισμένη και τολμηρή καταγράφει αυτές τις ιστορίες, φέρνοντας, για πρώτη φορά, στην επιφάνεια ό,τι έχει παραχωθεί στην καταπακτή του χρόνου."
-Αργυρώ Μαντόγλου, συγγραφέας-
"Η Έλενα Χουσνή δημιουργεί το δικό της είδος. Οι αρετές της ελληνικής κλασικής λογοτεχνίας, δοσμένες με έναν αριστοτεχνικό τρόπο, από μια σύγχρονη συγγραφέα."
-Δημήτρης Σίμος, συγγραφέας-
"Ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Χανσενικών αγωνίζεται για τα προβλήματα των ασθενών. Κάποτε το Υπουργείο Υγείας δεν γνώριζε καν την ύπαρξή τους. Δώσαμε μάχη στη Σπιναλόγκα να φτιαχτεί το οστεοφυλάκιο με τα ονόματα των νεκρών. Το βιβλίο της ΄Έλενας Χουσνή ρίχνει φως στη ζωή τους, στο στίγμα, αλλά και στον αγώνα τους κατά το παρελθόν να αποκτήσουν «όνομα», «ταυτότητα» . Έναν αγώνα διαρκή που μας αφορά όλους!"
-Μανώλης Κυριακάκης, πρόεδρος του Συνδέσμου Χανσενικών Ελλάδος-
"Ένα μυθιστόρημα για την ικανότητα της ανθρώπινης φύσης να επιστρατεύει το καλό, αλλά και να «ξορκίζει» το κακό, για τη μάστιγα των προκαταλήψεων, της άγνοιας και της μικροψυχίας. Η Έλενα Χουσνή δεν χαρίζεται σε κανέναν. Αποτυπώνει με μελανά χρώματα τη σκληρότητα της κοινότητας απέναντι στους αδύναμους, και τη σκοτεινή διάσταση της ανθρώπινης φύσης, όταν έχουν έστω και την ελάχιστη εξουσία στη διάθεσή τους. Με πένα αποφασισμένη και τολμηρή καταγράφει αυτές τις ιστορίες, φέρνοντας, για πρώτη φορά, στην επιφάνεια ό,τι έχει παραχωθεί στην καταπακτή του χρόνου."
-Αργυρώ Μαντόγλου, συγγραφέας-
"Η Έλενα Χουσνή δημιουργεί το δικό της είδος. Οι αρετές της ελληνικής κλασικής λογοτεχνίας, δοσμένες με έναν αριστοτεχνικό τρόπο, από μια σύγχρονη συγγραφέα."
-Δημήτρης Σίμος, συγγραφέας-
"Ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Χανσενικών αγωνίζεται για τα προβλήματα των ασθενών. Κάποτε το Υπουργείο Υγείας δεν γνώριζε καν την ύπαρξή τους. Δώσαμε μάχη στη Σπιναλόγκα να φτιαχτεί το οστεοφυλάκιο με τα ονόματα των νεκρών. Το βιβλίο της ΄Έλενας Χουσνή ρίχνει φως στη ζωή τους, στο στίγμα, αλλά και στον αγώνα τους κατά το παρελθόν να αποκτήσουν «όνομα», «ταυτότητα» . Έναν αγώνα διαρκή που μας αφορά όλους!"
-Μανώλης Κυριακάκης, πρόεδρος του Συνδέσμου Χανσενικών Ελλάδος-
Η άποψή μου:
(γράφει ο Πέτρος Χατζησωτηρίου)
Κάθε αναγνώστης έχει και το δικό αγαπημένο είδος λογοτεχνίας που διαβάζει. Έρχεται όμως κάποτε η στιγμή που πέφτει πάνω σ’ ένα βιβλίο της Έλενας της Χουσνή! Τι εννοώ;
Όλα τα βιβλία, θα έχετε παρατηρήσει ότι ήδη από το εξώφυλλο σπεύδουν να δηλώσουν τι είναι. Άλλο είναι μυθιστόρημα, άλλο διήγημα, νουβέλα κ.λ.π. Ακόμα και για ποιητική συλλογή να πρόκειται -που το είδος της λογοτεχνίας είναι προφανές- πάλι θα το δείτε να δηλώνεται. Στο «Καταραμένες Πολιτείες», όπως και σε κάθε βιβλίο της Χουσνή, δεν θα δούμε κάτι τέτοιο. Κι ο λόγος είναι, όπως αποκαλύπτει κι ο συγγραφέας Δημήτρης Σίμος στο οπισθόφυλλο, ότι η Έλενα δημιουργεί το δικό της είδος. Ένα είδος σύγχρονης λογοτεχνίας που δεν μπορεί να ενταχθεί σε καμία φόρμα από τις ήδη γνωστές.
Πιο συγκεκριμένα, στο «Καταραμένες Πολιτείες» ο αναγνώστης σύντομα αντιλαμβάνεται ότι πρόκειται για την εκπλήρωση ενός χρέους τιμής. Ενός χρέους ανάδειξης του λεπροκομείου της Σάμου, του οποίου την ύπαρξη πολλοί από μας ίσως αγνοούσαμε, καθώς και της μνήμης αυτών που «έζησαν» και πέθαναν εκεί.
Το θέμα είναι οπωσδήποτε πρωτότυπο, κι ο χειρισμός του -θεωρούμε- ότι ανοίγει νέους δρόμους στην αποτύπωση μιας παλαιότερης εποχής με όρους μυθοπλασίας. Πιστεύω πως χρειάστηκε αρκετή τόλμη και μεγάλος μόχθος από τη συγγραφέα για να ξεκινήσει και να φέρει σε πέρας αυτό το βιβλίο. Ένα βιβλίο που να περιστρέφεται γύρω από ένα λεπροκομείο και να μην είναι δοκίμιο, μελέτη, ή πραγματεία. Να τέρπει τον αναγνώστη αλλά ταυτόχρονα να περνάει τα μηνύματα, τα οποία ήταν κι η αφορμή για να καταπιαστεί η συγγραφέας με ένα τέτοιο έργο. Κι όμως τα κατάφερε!
Συνεπώς, το λεπροκομείο γίνεται ο καμβάς πάνω στον οποίο θα δούμε τρία θέματα να παίρνουν μορφή και διάσταση. Πρώτα απ’ όλα, το ανθρώπινο δράμα. Τραγικές ιστορίες, κάποιες από τις οποίες είναι αληθινές κι αναλλοίωτες, πλην των ονομάτων των πρωταγωνιστών και κάποιες με μεγάλη δόση μυθοπλασίας, που αντανακλούν όμως τις πραγματικές συνθήκες διαβίωσης μέσα στο λεπροκομείο και γύρω απ’αυτό. Οι ιστορίες των ηρώων εκτυλίσσονται και περιγράφονται κινηματογραφικά. Αυτό οφείλεται στη γλώσσα που επιλέγει η συγγραφέας και που είναι η καθημερινή γλώσσα που χρησιμοποιούμε στις συναναστροφές με τους φίλους και τους οικείους μας. Δεν επιτηδεύει το λόγο, δεν αποφεύγει και την αργκό, όπου χρειάζεται. Εναργείς ερωτικές σκηνές, εσωτερικοί μονόλογοι, μύχιες προσωπικές σκέψεις εναλλάσσονται με σκηνές σκληρής βίας κι ανηλεούς εκδίκησης. Το αποτέλεσμα τελικά είναι να συμμετέχει ο αναγνώστης στην πλοκή και με λαίμαργη περιέργεια να αναζητά την απάντηση των ερωτημάτων που τέθηκαν από την αρχή.
Άλλο θέμα που θίγεται, είναι η κοινωνία της εποχής και πώς αυτή τοποθετείται απέναντι στην ασθένεια της λέπρας. Πώς η στενομυαλιά κι οι προκαταλήψεις τσακίζουν ανθρώπινες υπάρξεις οδηγώντας τις στον αφανισμό με φτηνά προσχήματα. Πώς κρυβόταν πίσω από ανυπόστατες δικαιολογίες για να φτάσουν ν’ ασκούν ουσιαστικά Ευγονική σε βαθμό που μόνο σε Ολοκληρωτικά Καθεστώτα είχε ξαναδεί η Ανθρωπότητα. Ας είμαστε ειλικρινείς. Στο στόχαστρο της σκληρής πένας της συγγραφέως δεν είναι οι άτυχοι ασθενείς που βρίσκονταν μέσα στο λεπροκομείο, αλλά αυτοί που βρισκόταν απέξω. Αυτοί που εκμεταλλεύονταν τους δυστυχείς λεπρούς με κάθε τρόπο πριν τους οδηγήσουν τελικά κυριολεκτικά στον αφανισμό. Μιλάμε για μια εποχή καθόλου μακρινή από το σήμερα αλλά με εντυπωσιακή και αποκαρδιωτική συνάμα ομοιότητα με τη σύγχρονη, αν στη θέση των λεπρών ασθενών βάζαμε -για παράδειγμα- τα άτομα με ειδικές ανάγκες ή τους πρόσφυγες ή τους μετανάστες. Είναι η εποχή που η θεραπεία που επιφύλασσε η κοινωνία γι’ αυτούς τους ασθενείς ήταν ο εγκλεισμός σε περίκλειστες δομές, περιορισμένες από φυσικά όρια και η διαγραφή τους για πάντα. Είναι ενδιαφέρον από μόνο του αυτό, να δούμε πώς το πετύχαινε η κοινωνία κι η επίσημη Πολιτεία. Εξίσου ενδιαφέρον είναι να δούμε πώς μια σοβαρή κι ανίατη -στην αρχή τουλάχιστον- ασθένεια, γίνεται το αντικείμενο ανάδειξης της ταξικής διαστρωμάτωσης. Οι σοβαρές ασθένειες, άσχετα αν μιλάμε για ιάσιμες ή μη, πάντα άφηναν ένα ταξικό αποτύπωμα. Στο «Καταραμένες Πολιτείες» όσο κι αν η συγγραφέας χειρίστηκε με λεπτότητα το θέμα της, αυτή η συνθήκη διατρέχει το βιβλίο κι αφήνει μια πικρή γεύση στο τέλος.
Με το τρίτο θέμα του βιβλίου, η συγγραφέας βρίσκει την ευκαιρία να κάνει κι ένα σχόλιο πάνω στο ρόλο της πολιτικής εξουσίας, τοπικής ή και ανώτερης. Μέσα από τις διαδρομές της διερεύνησης ενός εγκλήματος ακούμε τη συγγραφέα να καγχάζει για το γεγονός ότι η Πολιτική πάντα ήταν μακριά από τις πραγματικές ανάγκες του πολίτη, αδυνατούσε ν’ αφουγκραστεί τις επιταγές της εποχής και κυνικά προήγαγε αλλότριους σκοπούς. Και σ’ αυτό το σημείο η αναλογία με τη σημερινή εποχή, είναι ορατή.
Έχουμε λοιπόν να κάνουμε μ’ ένα βιβλίο ιδιαίτερο. Ένα είδος βιβλίου που σίγουρα δεν είχαμε στη βιβλιοθήκη μας ως τώρα. Ένα βιβλίο που θα σε ταξιδέψει σε μια άλλη εποχή, θα σου χαρίσει ζωντανές, γλαφυρές περιγραφές, θα σε προβληματίσει ως μέλος της κοινωνίας, θα σε ιντριγκάρει με τα διάφορα εγκλήματα που διαπράττονται και διερευνούνται και στο τέλος, θα έρθει και θα εγκατασταθεί στο μυαλό και δεν θα φεύγει.
Η έξυπνη επιλογή να συμπεριληφθούν στο τέλος αποσπάσματα από τις συνεντεύξεις πρώην τρόφιμων του λεπροκομείου, σού δίνει την αίσθηση της συνέχειας της ιστορίας στο σήμερα. Πρώην ασθενών, που ζουν ακόμη και σήμερα και που δίνουν με τις μαρτυρίες τους την απαραίτητη τεκμηρίωση στο έργο της συγγραφέως. Μπορεί να ανατριχιάσει κανείς διαπιστώνοντας ποιος χαρακτήρας του βιβλίου ήταν αυτός που ακούμε κάθε φορά να μιλάει στη συνέντευξη. Το σίγουρο είναι ότι δεν πρόκειται για το αδιάφορο βιβλίο που θα ξεχάσεις σε λίγες μέρες.
Αν δούμε τα τεχνικά χαρακτηριστικά του βιβλίου θα πρέπει να σταθούμε στην αφηγηματική οικονομία που επιβλήθηκε προδήλως για τον περιορισμό της έκτασής του. Προφανώς το υλικό που είχε στα χέρια της η Χουσνή ήταν ανεξάντλητο και μοιραία η πλοκή έπρεπε να περιστραφεί γύρω από γεγονότα που θα εξυπηρετούσαν τόσο τον αρχικό σκοπό της συγγραφής αλλά να εξασφαλίζουν ταυτόχρονα και την αναγνωστική απόλαυση.
Επιλέγονται μικρές προτάσεις, εύστοχες παραθέσεις στην αρχή κάθε κεφαλαίου κι ο λόγος ρέει γρήγορα. Η διάρθρωση των κεφαλαίων είναι καλή κι έχει λειτουργικότητα. Οι χαρακτήρες δεν είναι πολλοί. Είναι τόσοι, όσοι απαιτούνται για την πλοκή του έργου αλλά όχι τόσο πολλοί ώστε να μπερδεύουν τελικά τον αναγνώστη. Αναπτύσσονται ωστόσο επαρκώς. Ο αναγνώστης όχι μόνο βρίσκεται μέσα στη σκηνή που περιγράφεται αλλά είναι σε θέση να γνωρίζει με ακρίβεια τόσο τις σκέψεις όσο και τα κίνητρα του κάθε χαρακτήρα. Ακόμη κι η φωτογραφία που κοσμεί το εξώφυλλο προέρχεται από το προσωπικό αρχείο δύο κυριών που έπαιξαν καίριο ρόλο στην ιστορία που αποτελεί το θέμα του βιβλίου.
Εστιάζοντας λίγο περισσότερο, επιτρέψτε μου να επισημάνω ότι βιβλία σαν κι αυτό, είναι που υπογραμμίζουν τη διαφορά του αληθινού απ’το πραγματικό! Αληθινά ή έστω αληθοφανή περιστατικά πραγματεύονται πολλά βιβλία. Πραγματικά όμως περιστατικά μέσα σε αληθοφανή μανδύα μυθοπλασίας, πολύ λίγα. Ένα απ’αυτά τα βιβλία είναι και το «Καταραμένες Πολιτείες». Βιβλίο που αξίζει να βυθιστεί κανείς στις ιστορίες και τα διδάγματά του.
Στοιχεία βιβλίου:
Ιστοσελίδα: Πατήστε εδώ
Συγγραφέας: Έλενα Χουσνή
Σελίδες: 384 / Διαστάσεις: 14Χ21
Ημερ. έκδοσης: Ιούνιος 2018
ISBN: 978-618-82233-8-7
Βιογραφικό της συγγραφέως:
Η Έλενα Χουσνή γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Πέλλα. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος στις εφημερίδες "Έθνος" και "Έθνος της Κυριακής", ως υπεύθυνη του Γραφείου Τύπου της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου και ως επικεφαλής του Γραφείου Ευρωπαϊκής Πληροφόρησης Europe Direct Βορείου Αιγαίου, ενώ σήμερα εργάζεται στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση Σάμου. Διηγήματά της έχουν φιλοξενηθεί σε συλλογικά έργα, ενώ το βιβλίο της "Άλικο σαν το... αίμα" έλαβε το Α΄ Βραβείο στον Πανελλήνιο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών (2012). Από την Π.Ε.Λ. εξάλλου έχει βραβευθεί με το Α΄ Βραβείο Θεατρικού έργου (2009) και με το Γ΄ Βραβείο Μυθιστορήματος (2009). Έχει λάβει διακρίσεις και βραβεία σε πολλούς πανελλήνιους διαγωνισμούς. Το 2014 εξέδωσε το πρώτο της βιβλίο "Στα άδυτα των...<<δυτών>>" από τις εκδόσεις Δίαυλος. Από τον Ιανουάριο του 2015 έγινε μέλος της ΕΛΣΑΛ (Ελληνική Λέσχη Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας).
Έργα της: "Καταραμένες πολιτείες" (Κύφαντα, 2018), "Το παιδί με τη ριγέ μπλούζα" (Κύφαντα, 2017), "Χρυσή εκδίκηση" (Κύφαντα, 2016), "Στα άδυτα των... <<δυτών>>" (Δίαυλος, 2013). Συμμετοχή σε συλλογικά έργα: "Σκοτεινές υποθέσεις" (Κύφαντα, 2018), "Αποκάλυψη (Ανατολικός, 2009), "Τα κείμενα" (Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Έδεσσας, 2009).